Ο Κολοσσός της Ρόδου, του Πάρη Βορεόπουλου
Θεωρείται ως ένα από τα Επτά Θαύματα του Αρχαίου Κόσμου. Ήταν ένα τεράστιο σε διαστάσεις μπρούντζινο άγαλμα, μια ορειχάλκινη παράσταση του θεού Ήλιου. Η κατασκευή έγινε από τον αγαλματοποιό Χάρη τον Λίνδιο, ο οποίος έκανε τα σχέδιά του το 291 π.Χ. και δώδεκα χρόνια αργότερα τελείωσε το μεγάλο αυτό έργο. Καταστράφηκε το 222 π.Χ. από σεισμό. Είχε ύψος 33 μέτρα και το βάρος του ήταν 70 τόνοι. Ο Κολοσσός ήταν η ενσάρκωση του Απόλλωνα και με την μπρούντζινη επιφάνειά του αντανακλούσε το φως του ήλιου. Το βάθρο του αγάλματος ήταν από λευκό μάρμαρο. Με ανοιχτά τα πόδια πατούσε σε δύο τεράστια πέτρινα βάθρα πάνω από την είσοδο του λιμανιού της Ρόδου, σαν αψίδα. Στο τεντωμένο ψηλά δεξί του χέρι κρατούσε έναν αναμμένο πυρσό.
Αναφέρεται ότι τα πόδια του Κολοσσού μπορεί να ήταν ενωμένα, γιατί δε θα μπορούσε να στηριχθεί το τεράστιο αυτό άγαλμα και ότι ο Χάρης έπρεπε να δώσει λύσεις σε αρκετά τεχνικά προβλήματα. Μετά την εγκατάσταση των πελμάτων του αγάλματος στο βάθρο ύψους 12 μέτρων, ο Χάρης κατασκεύασε έναν τεράστιο σκελετό από πέτρινα υποστυλώματα και σιδερένιες ράβδους και η γιγαντιαία μορφή καλύφθηκε με χυτά μπρούντζινα φύλλα.
Το άγαλμα ήταν μια απόδειξη του πλούτου της πόλης και της τεχνολογίας της. Δυστυχώς, όμως, το 222 π.Χ., περίπου 60 χρόνια μετά τα αποκαλυπτήρια, ο Κολοσσός κατέρρευσε, καθώς τα γόνατά του τσακίστηκαν από ένα σεισμό. Παρά την ολέθρια πτώση του, το άγαλμα δεν έπαψε να συγκαταλέγεται στα μεγάλα θαύματα του κόσμου. Το μπρούντζινο σώμα του βρισκόταν ήδη πάνω από εκατό χρόνια σωριασμένο στο έδαφος, όταν ο Αντίπατρος της Σιδώνας, συγγραφέας ελληνοφοινικικής καταγωγής, συμπεριέλαβε τον Κολοσσό στον κατάλογό του με τα επτά θαύματα.
Το 654 μ.Χ., 900 χρόνια μετά την κατάρρευση του Κολοσσού, οι Σαρακηνοί λεηλάτησαν τη Ρόδο και πούλησαν τον τεμαχισμένο Ήλιο ως μέταλλο στη Συρία.
Ο Κολοσσός της Ρόδου δεν ήταν μόνο ένα έργο απαράμιλλης τέχνης και αισθητικής. Χτίστηκε ως ευγνωμοσύνη προς τον θεό Ήλιο, προστάτη του νησιού, και συμβόλιζε την ελευθερία και ανεξαρτησία των Ροδίων. Παρ` όλο που το έργο καταστράφηκε 60 μόλις χρόνια μετά την κατασκευή του, η φήμη του πέρασε τα όρια της Ελλάδας και έμεινε στην ιστορία. Ως εκ τούτου, μέχρι σήμερα η λέξη «Κολοσσιαίο» σημαίνει στα Ελληνικά ένα εντυπωσιακό, μεγάλο σε μέγεθος, έργο και έχει υπεισέλθει με την ίδια σημασία σε όλες τις Λατινογενείς γλώσσες. Έτσι, το θέατρο της Αρχαίας Ρώμης (80 μ.Χ.), λόγω του μεγέθους του και της μεγαλοπρέπειάς του, ονομάστηκε Κολοσσαίο (Colosseum).
Η τεχνική και ο συμβολισμός του αγάλματος ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες ανά τους αιώνες. Στην είσοδο του Κολοσσαίου δέσποζε ένα άγαλμα με εμφανή επιρροή κι ομοιότητα με τον Κολοσσό της Ρόδου, καθώς επίσης, χιλιετίες αργότερα, κατασκευάσθηκε το Άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη, το οποίο θεωρείται ένα σύγχρονο θαύμα μοναδικής τέχνης.