Η θέση του συλλόγου γονέων του 1ου δημοτικού σχολείου

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ

1ΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ

Ανακοίνωση

Θέσεων και απόψεων προς προβληματισμό

Τα «τύμπανα του πολέμου» ήχησαν για μια ακόμη φορά στο Ωραιόκαστρο, υπενθυμίζοντας μας ότι η μισαλλοδοξία, ο φανατισμός και η παράβλεψη του νηφάλιου διαλόγου, παραμένουν αναπόσπαστα γνωρίσματα της ιδιοσυγκρασίας πολλών συμπατριωτών μας που, προφανώς, δεν διαθέτουν, είτε την μνήμη είτε την γνώση, των επιπτώσεων τους, αφού έτσι οδηγηθήκαμε πολλές φορές στην ιστορία του ελληνισμού σε εμφύλιες συγκρούσεις, από τις οποίες πάντοτε πληγώθηκαν βαθιά τα εθνικά μας δίκαια και συμφέροντα.

Καθώς λοιπόν η «σκόνη που σηκώθηκε» άρχισε να περιορίζεται, νιώθουμε υποχρεωμένοι να τονίσουμε ότι δεν μας εκφράζει η λογική του «ότι έγινε, έγινε», ούτε του «τώρα δεν αλλάζει τίποτε», αφού αυτήν ακριβώς την αντίδραση περιμένουν εκείνοι που εκμεταλλεύονται τον θόρυβο των σκόπιμων επεισοδίων και την επιδιωκόμενη τρομοκρατική επίπτωση της βίας, για να προκαλέσουν συναισθηματική και ψυχική κόπωση όσων η συγκροτημένη σκέψη και έκφραση δεν είναι επιθυμητή.

Εμείς, στο βωμό ύποπτων συμφερόντων που επιδιώκουν να επιβληθούν για μια ακόμη φορά, χρησιμοποιώντας, την παραπληροφόρηση, την προπαγάνδα και την βία, δεν θα θυσιάσουμε τις δυνατότητες ούτε της διαλεκτικής ούτε της Δημοκρατίας, που όχι μόνο ως ιδεατά πρότυπα αλλά και ως μέθοδοι βελτιστοποίησης των αποτελεσμάτων της συλλογικής δράσης, συνεχίζουν να μας συνδέουν με την φιλοσοφία και τον πολιτισμό των προγόνων μας.

Ενόψει αυτής της εισαγωγικής τοποθέτησης νιώθουμε την ανάγκη να διευκρινίσουμε τις απόψεις μας για τα ζητήματα που τέθηκαν και πρόκειται να τεθούν σε ότι αφορά τα προγράμματα των ΔΥΕΠ στα δημόσια σχολεία και ευρύτερα τον προβληματισμό που γεννά η συνέχιση της μαζικής παράνομης εισόδου και παραμονής αλλοδαπών στην Ελλάδα, ιδίως αφού ορισμένοι συμπαθείς συμπολίτες μας, αποφάσισαν να εξέλθουν στο προσκήνιο του ανοικτού διαλόγου με «πύρινες» τοποθετήσεις εναντίον μας, όπως αυτές του κειμένου που αναρτήθηκε εν μέσω του εορταστικού τριημέρου της Αποκριάς, στους οποίους, μεταξύ άλλων, καλούμαστε να αποδείξουμε την αξία του γνωμικού «μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις».

Αντί άλλης εισαγωγής λοιπόν, στην αναγκαία μακροσκελή απάντησή μας σε όσα προκαλούμαστε να αναλύσουμε, παραθέτουμε την κλασική εισαγωγή του Λυσία (ΛΥΣΙΑΣ, ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΑΔΥΝΑΤΟΥ, ΛΥΣ 24.1–27) η οποία αποτελεί διαχρονικά αναγνωρίσιμο προοίμιο της περιπέτειας κάθε αμετροεπούς που δεν στάθμισε ορθά τα δεδομένα της αντιπαράθεσης ούτε τις δυνατότητες του αντιπάλου του:

«Ού πολλοῦ δέω χάριν ἔχειν, ὦ βουλή, τῷ κατηγόρῳ,
ὅτι μοι παρεσκεύασε τὸν ἀγῶνα τουτονί. πρότερον γὰρ
οὐκ ἔχων πρόφασιν ἐφ’ ἧς τοῦ βίου λόγον δοίην, νυνὶ διὰ
τοῦτον εἴληφα. καὶ πειράσομαι τῷ λόγῳ τοῦτον μὲν ἐπι-
δεῖξαι ψευδόμενον, ἐμαυτὸν δὲ βεβιωκότα μέχρι τῆσδε τῆς
ἡμέρας ἐπαίνου μᾶλλον ἄξιον ἢ φθόνου· διὰ γὰρ οὐδὲν
ἄλλο μοι δοκεῖ παρασκευάσαι τόνδε μοι τὸν κίνδυνον
οὗτος ἢ διὰ φθόνον…» (Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. [1939] χ.χ. Λυσίας. Λόγοι. Μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος: Ευγνωμονώ σχεδόν, κύριοι βουλευταί, τον μηνυτήν που μου παρεσκεύασεν αυτήν εδώ την δίκην. Διότι, ενώ πρωτύτερα δεν είχον αφορμήν, εκ της οποίας ορμώμενος να λογοδοτήσω διά την ζωήν μου, τώρα εξ αιτίας τούτου έχω λάβει. Και θα προσπαθήσω να αποδείξω διά του λόγου μου ότι ούτος μεν ψεύδεται, εγώ δε έχω ζήσει μέχρι σήμερον άξιος επαίνου μάλλον ή φθόνου. Διότι φρονώ ότι από φθόνον και μόνον μου παρεσκεύασε την σημερινήν δίκην.).

Παρά το γεγονός της κατανόησης που έχουμε για τις εσφαλμένες θέσεις συμπολιτών μας, αφού η άγνοια πρέπει να αντιμετωπίζεται πάντοτε αρχικά με επιείκεια, δεδομένου ότι ο δόλος προϋποθέτει επίγνωση, δηλώνουμε ότι συνεχίζει να μας προκαλεί εντύπωση η ακατανόητη μετάθεση ευθυνών που επιχειρείται.

Νομίζουμε ότι καθένας μπορεί να κατανοήσει ότι μεταξύ όσων έγιναν στο 1ο δημοτικό σχολείο Ωραιοκάστρου και της απόφασής μας ως Συλλόγου Γονέων να μην επιδοκιμάσουμε τις αποφάσεις που οδήγησαν σε αυτά, όχι απλώς δεν υπάρχει οποιαδήποτε σύνδεση αιτιώδους συνάφειας, αλλά ολοφάνερη αντίθεση (σημειώνουμε δε ότι κάθε προσπάθεια να μας συσχετίσει κανείς με τη δράση βουλευτών της Χρυσής Αυγής επειδή κάποιος εξ αυτών, όπως και εμείς, επικαλέστηκε την διάταξη του άρθρου 16 παρ.2 του Συντάγματος, είναι κακόβουλη, όπως απολύτως άστοχη και αδικαιολόγητη είναι και η προσπάθεια δημιουργίας σύγχυσης στους γονείς και συμπολίτες μας στο πεδίο εφαρμογής της «αρχής της δεδηλωμένης», καθώς επιχειρείται κατά τρόπο τραγελαφικό η εφαρμογή της στο χώρο του συλλόγου γονέων και μάλιστα με την παραδοχή δύο προφανώς αναληθών προϋποθέσεων και συγκεκριμένα: α) ότι η απόφαση περί της αποχής ήταν του ΔΣ του Συλλόγου μας, ενώ υλοποιήσαμε απόφαση Γενικής Συνέλευσης, β) ότι η πλειοψηφία των μελών του Συλλόγου αποδοκίμασε την απόφαση ενώ κάτι τέτοιο δεν προέκυψε από κανένα δεδομένο).

Με ποια λοιπόν λογική επιχειρούν να τα συσχετίσουν, αν όχι για να αποσείσουν τις ευθύνες τους, καθώς ορισμένοι εξ αυτών, όχι μόνο δεν αρκέστηκαν να μετάσχουν στην πρόκληση ακατανόητων εκδηλώσεων πανηγυρισμών και καλωσορισμάτων, επί της ουσίας για τις εκφάνσεις των προβλημάτων που δημιουργεί η έλλειψη ολοκληρωμένου σχεδίου αντιμετώπισης της μεταναστευτικής κρίσης, που προκαλεί η σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις συντονισμένη από την γείτονα Τουρκία, ανεξέλεγκτη είσοδος αλλοδαπών στον τόπο μας, αλλά και δεν θορυβήθηκαν ούτε νιώθουν την ανάγκη οποιασδήποτε αυτοκριτικής για το γεγονός ότι οι πεζοδρομιακές αντιπαραθέσεις της Παρασκευής (17.2.2017) έξω από το 1ο δημοτικό Ωραιοκάστρου, που κλιμακώθηκαν παρουσία τους και με την συμμετοχή τους, κατέληξαν στην συνέχεια, την Δευτέρα (20.2.2017) σε τρομοκρατικές εκδηλώσεις στο ίδιο σημείο, δεκάδων μασκοφόρων – κουκουλοφόρων, φερόμενων ως «αλληλέγγυων», κατά τις οποίες δεν έγινε σύλληψη κανενός εξ αυτών, αν και επί ώρες βανδάλιζαν και ασχημονούσαν, βρίζοντας την Ελλάδα και τους Έλληνες και καταλύοντας κάθε έννοια δημόσιας τάξης στο κέντρο του Ωραιοκάστρου, παρουσία μάλιστα ισχυρότατης αστυνομικής δύναμης. Είναι δυνατόν οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι να αποτολμούν να μας εγκαλούν διότι δεν στείλαμε τα παιδιά μας στο σχολείο επί τριήμερο προκειμένου όχι μόνο να δηλώσουμε την αντίθεσή μας στο σύνολο των επιπόλαιων αποφάσεων για ένα εξαιρετικά σύνθετο θέμα, αλλά και για να αποφύγουμε τους προφανείς κινδύνους που εγκυμονούσε η παραπάνω χαοτική κατάσταση στο περιβάλλον του σχολείου, την δημιουργία της οποίας καθιστούσαν προβλέψιμη, τα γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος, που επανειλημμένα επισημάναμε;

Την απαράδεκτη και επικίνδυνη αυτή κατάσταση είναι φανερό ότι προκάλεσε η πολιτική ανικανότητα και η ακαταλληλότητα ορισμένων αξιωματούχων της διοίκησης, οι οποίοι προκειμένου να μην θεωρηθεί ότι «πέρασε το δικό μας» επέμειναν να λειτουργήσει ΔΥΕΠ στο σχολείο μας, αδιαφορώντας για τις επισημάνσεις μας, ότι προηγούμενα συμβάντα (της 16.9.2016, της 20.9.2016, της 7.10.2016, της 12.10.2016 και της 3.11.2016, όπου χωρίς καμιά αφορμή από την πλευρά του σχολείου μας, πραγματοποιήθηκαν πορείες και διαδηλώσεις στο Ωραιόκαστρο με επίκεντρο το Σχολείο μας και το Δημαρχείο από διάφορους φορείς, όπως την κίνηση «Απελάστε το ρατσισμό», το Κ.Κ.Ε. Κ.Ο. Ωραιοκάστρου, τη Νεολαία του «ΣΥΡΙΖΑ», την συλλογικότητα για τον κοινωνικό αναρχισμό «Μαύρο και Κόκκινο» κ.α., βανδαλίστηκε το σχολείο μας δύο φορές και πυρπολήθηκε η Ελληνική σημαία, που βρισκόταν στον ιστό της στην αυλή του σχολείου, παρουσία της αστυνομίας) προοιώνιζαν αυτό που συνέβη.

Την ακαταλληλότητα του 1ου δημοτικού σχολείου Ωραιοκάστρου για λειτουργία Δ.Υ.Ε.Π. λόγω της στοχοποίησής του ήδη από το φθινόπωρο του 2016, επισημάναμε τόσο στο Γ.Γ. του Υπουργείου Παιδείας κατά τη συνάντησή μας μαζί του στις 27.1.2016 όσο και στο Δήμο Ωραιοκάστρου, με την από 30.1.2017 Επιστολή – Ερώτημα που απευθύναμε σε όλα τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου και την αυτοπρόσωπη παρουσία μας κατά τη συνεδρίαση του Δημοτικού συμβουλίου της 6.2.2017. Τότε, λειτουργώντας αντιπερισπαστικά στη δική μας τοποθέτηση, κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι, έθεσαν αίτημα για ψήφισμα «καλωσορίσματος των προσφυγόπουλων», με αποτέλεσμα επί της ουσίας οι επισημάνσεις μας να μην απασχολήσουν το δημοτικό συμβούλιο. Ετσι χάθηκε η ευκαιρία να αξιοποιηθούν οι προειδοποιήσεις μας και να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να μη συμβούν όσα συνέβησαν, είτε με την άσκηση πιέσεων προς τους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Παιδείας για την επιλογή άλλου, μη στοχοποιημένου σχολείου, είτε με την εκπόνηση σχεδίου πρόληψης και αποτροπής όσων συνέβησαν, με πρωτοβουλία του δήμου και σε συνεργασία με την αστυνομία (ενδεικτικά απαγόρευση ανόδου στον οικισμό του Ωραιοκάστρου της ομάδας των «αντεξουσιαστών – αλληλέγγυων» που ήταν γνωστή στην αστυνομία και αναμενόταν την Δευτέρα 20.2.2017, άμεση πραγματοποίηση συλλήψεων για κάθε διαπραττόμενο, αυτεπάγγελτα διωκόμενο ποινικό αδίκημα, ενδεικτικά: της διατάραξης της ειρήνης των πολιτών, της διασποράς ψευδών ειδήσεων, της διέγερσης των πολιτών, της διακεκριμένης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και δημόσιας περιουσίας, της απειλής, της εξύβρισης και δυσφήμισης κατά των γονέων του σχολείου μας, της προσβολής εθνικών συμβόλων κ.λ.π.).

Τονίζουμε λοιπόν τα παρακάτω με την ελπίδα να βοηθήσουμε στην ανάλυση και αντιμετώπιση της σύνθετης πραγματικότητας που ενδεχομένως αγνοούν κάποιοι, όχι για να τους θορυβήσουμε αλλά για να αναζητήσουμε όλοι μαζί ουσιαστικές λύσεις θετικής αντιμετώπισης των προκλήσεων των καιρών, δίχως να λησμονούμε ότι για να παραμείνουμε κοινωνία σκεπτόμενων πολιτών οφείλουμε να βρισκόμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση και να επιδιώκουμε παραγωγική συμμετοχή στις αποφάσεις που αφορούν το μέλλον του τόπου μας και την προοπτική των παιδιών μας:

Α) Αυτονόητα ως γονείς ανήλικων παιδιών είμαστε απόλυτα ευαισθητοποιημένοι για τις πραγματικές ανάγκες κάθε παιδιού που υποφέρει και δυστυχεί, ανεξαρτήτως καταγωγής και φυλετικών ή άλλων χαρακτηριστικών και ιδιαιτεροτήτων του και δηλώνουμε πρόθυμοι να συμβάλλουμε με κάθε τρόπο στην ανακούφισή του. Αυτή μας η τοποθέτηση όμως δεν αναιρεί την υποχρέωσή μας να φροντίσουμε, ιδίως εάν αυτό είναι ορατά εφικτό, ώστε η ικανοποίηση των αναγκών των άλλων παιδιών να μην θίξει την διαδικασία διαμόρφωσης των δικών μας παιδιών σε αυριανούς εθνικά συνειδητοποιημένους, πνευματικά και σωματικά καλλιεργημένους, υπευθύνους πολίτες, ιδίως όταν αυτό ορίζει το Ελληνικό Σύνταγμα.

Β) Το γεγονός ότι επιθυμούμε να προσφέρουμε ότι μας είναι εφικτό σε κάθε συνάνθρωπό μας που έχει ανάγκη βοήθειας, δεν σημαίνει ότι θα δεχθούμε ως λογικό να προηγούνται στην ικανοποίηση των αναγκών τους αγνώστων προελεύσεων και προθέσεων αλλοδαποί έναντι των συμπολιτών μας, που άδικα υφίστανται τα βάρβαρα αποτελέσματα της προφανώς όχι τυχαίας οικονομικής κρίσης, που ακόμα αναζητά τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς της πρόκλησής της.

Γ) Η διάθεσή μας να παρέξουμε «ελληνική φιλοξενία» σε κάθε βρισκόμενο στον τόπο μας ξένο, δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να απεμπολήσουμε την εθνική μας ταυτότητα ή να θέσουμε σε κίνδυνο την ακεραιτότητα της χώρας μας ή την δημόσια τάξη. Αυτό αναφέρουμε διότι η ένταξη στο δημόσιο σχολείο και η παρακολούθηση μαθημάτων σε αυτό είναι γνωστό ότι συνδέεται, εν δυνάμει, με την απόκτηση ιθαγένειας και σε κάθε περίπτωση προκαλεί την «δικαίωση» της διαιώνισης της παραμονής αλλοδαπών εντός της επικράτειας, με συνέπειες στις οποίες έχουν αναφερθεί αποδοκιμαστικά αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις ανώτατων Δικαστηρίων της Χώρας.

Επιπλέον το σύνολο σχεδόν των αλλοδαπών εισέρχεται στην χώρα μας, δια της «ασπόνδου φίλης» γείτονος χώρας, η οποία, ενδεχομένως να υλοποιεί τακτικές αποσταθεροποίησης της χώρας μας ποικιλοτρόπως, δεδομένης της έκρυθμης επίκαιρης κατάστασης που επικρατεί. Ελπίζουμε να μπορεί κάποιος να μας καθησυχάσει αποκλείοντας τεκμηριωμένα το ενδεχόμενο, μεταξύ των χιλιάδων αλλοδαπών που εισέρχονται ανεξέλεγκτα και παραμένουν με χαλαρή ή και καθόλου εποπτεία στον τόπο μας, να υπάρχουν εκπαιδευμένοι για οποιοδήποτε σκοπό νέοι άνδρες, οι οποίοι με πλημμελώς συμπληρωμένα ή και καθόλου ταξιδιωτικά έγγραφα, καταγράφονται αυτοί και τα μέλη των φερόμενων οικογενειών τους με στοιχεία ταυτότητας κατά δήλωση.

Όπως το οικιακό άσυλο αποτελεί το συνταγματικά οριοθετημένο καταφύγιο κάθε πολίτη, έτσι και η ελληνική επικράτεια επιβάλλεται να παραμείνει ουσιαστικά ασφαλής χώρος, πρωταρχικά για το σύνολο των Ελλήνων, γεγονός που δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς δίχως συγκεκριμένη αποτροπή της παράνομης και ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, με το πρόσχημα της άκριτης «προσφυγοποίησης» των πάντων.

Δ) Θα θέλαμε να μπορούμε να προσφέρουμε στέγη σε κάθε αναξιοπαθούντα αλλοδαπό, αλλά με δεδομένο το πρόβλημα υπογεννητικότητας στον τόπο μας, που έχει κορυφωθεί στα χρόνια της κρίσης και συνεκτιμώντας τις επιπτώσεις της ανεργίας που έχει διώξει τον «ανθό» της νέας γενιάς, δεν μας φαίνεται ευοίωνο να «αντιμετωπιστεί» το δημογραφικό μας πρόβλημα με την μεταβολή των εθνολογικών χαρακτηριστικών του λαού μας, όταν μάλιστα δεν μπορούμε να φανταστούμε την παραγωγική απασχόληση των ανθρώπων αυτών, αφού προφανώς απουσιάζει για τους ίδιους τους έλληνες που ξενιτεύονται για να εργαστούν.

Ε) Η πρόθεσή μας να εξασφαλίσουμε ακόμη και στα πλαίσια της σύντομης ή λιγότερο σύντομης διάρκειας της φιλοξενίας στους αλλοδαπούς, (σταθερή μας θέση, νομίζουμε ορθά, είναι ότι η Τουρκία ως πρώτη ασφαλής χώρα υποδοχής, σύμφωνα με τις πρόσφατες υπ’ αριθμ. 445-447/2017 αποφάσεις του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, πρέπει να αναλάβει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες, που έχει αποδεχθεί και ιδίως από τη Σύμβαση της Γενεύης και όχι να μετακυλύει τεχνηέντως το πρόβλημα στην χώρα μας και κατ΄ επέκταση στην υπόλοιπη Ευρώπη) ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης και το γεγονός ότι οι ανήλικοι αλλοδαποί δικαιούνται μόρφωσης, όσο παραμένουν στον τόπο μας, στην παρούσα μετέωρη κατάσταση νομιμότητας, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να δεχθούμε την κατάρρευση των οριακής πλέον αντοχής, προκλητικά υποχρηματοδοτούμενων δομών και υποδομών του δημόσιου σχολείου, ούτε ότι θα πρέπει να ματαιωθούν εν τοις πράγμασι οι σκοποί της Δημόσιας Εκπαίδευσης που θέτει το Σύνταγμα στο άρθρο 16 παρ.2.

Με την ευκαιρία, θα μπορούσε να μας επιτραπεί η παράθεση μιας παραστατικής παραβολής, που, νομίζουμε, αποκαλύπτει τον παραλογισμό στον οποίο δημαγωγία και επικοινωνιακά τεχνάσματα έχουν οδηγήσει: «Φιλοξενώ κάποιον ξένο στο σπίτι μου δεν σημαίνει, ότι θα τον βάλω και στο συζυγικό μου κρεβάτι να ξαπλώσει μαζί με εμένα και την σύζυγό μου, ενώ υπάρχουν άλλα δωμάτια και κρεβάτια στο σπίτι μου, που μπορεί να κοιμηθεί. Εάν αφελώς το πράξω, προφανώς αποδέχομαι και τις ορατές συνέπειες, για τις οποίες δεν θα φταίει μόνο ο φιλοξενούμενος, ούτε βέβαια εκείνος που, ενδεχομένως ιδιοτελώς και για την εξυπηρέτηση των δικών του συμφερόντων, θα μου υποβάλει την παράδοξη αυτή λύση, αλλά προφανώς και η δική μου αφέλεια να παραιτηθώ από την αυτονόητη προληπτική προστασία αναφαίρετων δικαιωμάτων μου στο βωμό της υπερβολής».

Αποτελεί λοιπόν κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας να καθορίσει του όρους της φιλοξενίας των αλλοδαπών και ειδικότερα ποιας μορφής προσωρινή διαδικασία παροχής μόρφωσης στους ανήλικους αλλοδαπούς θα αποδεχθεί και ανεπηρέαστα θα καθορίσει, οι δε εκπρόσωποι των περίφημων, αγνώστου συνθέσεως και απώτερων σκοπιμοτήτων Μ.Κ.Ο., καθώς και οι διεθνείς οργανισμοί, να αξιολογήσουν την στάση της Τουρκίας σε ότι αφορά την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και όχι να απαιτούν από την χώρα μας όσα καμία άλλη Ευρωπαϊκή δεν έχει αποδεχθεί και πολύ περισσότερο εφαρμόσει.

Ενδεικτικά, σύμφωνη με τις συνταγματικές επιταγές λύση θα έδινε, ενδεχομένως, η αξιοποίηση ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, υφιστάμενων ή νέων, που η δημιουργία τους θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί ή να επιδοτηθεί από διεθνείς οργανισμούς, αφού σε αυτά η διδασκαλία δεν υπόκειται στους ίδιους περιορισμούς, σύμφωνα με το Σύνταγμα και ασκείται με την εποπτεία και την υποβοήθηση του κράτους. Η πραγματοποίηση παράλληλων δράσεων ανάπτυξης σχέσεων φιλίας και αδελφοσύνης μεταξύ των αλλοδαπών και Ελλήνων μαθητών, θα ήταν βεβαίως εφικτή, όπως κοινές εκπαιδευτικού χαρακτήρα εκδηλώσεις, σεμινάρια, θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, εκδρομές, αθλητικοί αγώνες κ.λ.π., ώστε να μην μένει καμία υπόνοια ρατσισμού.

Θεωρούμε άλλωστε ότι η προπαγανδιστική δαιμονοποίηση κάθε αναγνώρισης και αποδοχής των αναγκαίων και συνταγματικά υπαγορευμένων διακρίσεων, που ουδεμία σχέση έχει με τον ρατσισμό, σίγουρα φανερώνει υποκρισία αλλά και αποκαλύπτει ύποπτες σκοπιμότητες.

Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχουν διακρίσεις εκεί που η στάθμιση υπέρτερων συμφερόντων ή η ανάγκη προστασίας κομβικών επιλογών επιβάλουν τον σεβασμό τους. Αναφέρουμε ότι και μεταξύ των Ελλήνων υπάρχουν πλείστες όσες νόμιμες διακρίσεις, πολλές των οποίων θίγουν φαινομενικά ακόμη και την ισότητα των πολιτών μεταξύ τους. Ενδεικτικά η απαγόρευση της απρόσκοπτης εισόδου εντός του κτηρίου του Ελληνικού Κοινοβουλίου, σε μη βουλευτές, δίχως την εξασφάλιση ειδικής άδειας, ενώ μάλιστα ως θεσμός το κοινοβούλιο υφίσταται στην υπηρεσία του λαού και μοναδικό σκοπό έχει την έμπρακτη καταξίωση της λαϊκής κυριαρχίας. Ποιος όμως δεν αντιλαμβάνεται τους λόγους που το επιβάλλουν; Εάν επιτρεπόταν η απρόσκοπτη είσοδος, είναι εξαιρετικά πιθανόν να καταργούνταν στην ουσία ακόμη και η απλή δυνατότητα πραγματοποίησης των συνεδριάσεων, αφού κάθε ταραχοποιός θα μπορούσε να τις ματαιώσει οριστικά ή προσωρινά. Υπό τις συνθήκες όμως αυτές το Κοινοβούλιο δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στον θεσμικό του ρόλο, ούτε βέβαια να κυβερνηθεί η Ελλάδα. Έτσι λοιπόν και το δημόσιο σχολείο προφανώς δεν είναι χώρος υποδοχής ή φιλοξενίας προσωρινά και παράνομα βρισκόμενων στην Ελλάδα αλλοδαπών, καθώς ο ρόλος του και η σημασία του είναι αυστηρά προσδιορισμένος στο Ελληνικό Σύνταγμα, ενώ κάθε απόπειρα να μεταβληθεί, πιθανότατα θα αναιρούσε οριστικά την δυνατότητά του να ανταποκριθεί στην θεσμική του αποστολή, ακόμη και για πρακτικούς λόγους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι, ιδίως σε περίπτωση πλήρους ένταξης στο κανονικό πρόγραμμα μαθημάτων, με δεδομένη την προαιρετική και μη υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων εκ μέρους των αλλοδαπών μαθητών, αλλά και την αυτονόητα προσωρινή, σύμφωνα και με τις ίδιες τις αποφάσεις των γονέων τους, παραμονή στην Ελλάδα, θα εμφανιζόταν το φαινόμενο της διαρκούς αυξομείωσης του αριθμού των μαθητών και επομένως της αδυναμίας οριστικού καθορισμού του αριθμού μαθητών και διδασκόντων ανά τμήμα. Το φαινόμενο αυτό αντιμετωπίσαμε ήδη στο σχολείο μας κατά τη λειτουργία της ΔΥΕΠ, για την οποία μάλιστα έγιναν τόσοι «πανηγυρισμοί» και τέτοιας κλίμακας απαράδεκτα επεισόδια, καθώς την πρώτη ημέρα «φοίτησης» ο αριθμός των μαθητών ήταν 9, τις επόμενες ημέρες μειώθηκε και τελικά, μετά από μόλις πέντε ημέρες φοίτησης, έπαψαν να έρχονται, πιθανόν γιατί οι οικογένειές τους έφυγαν από το Κέντρο φιλοξενίας στο Δερβένι ή εγκαταστάθηκαν σε οικίες σε άλλες περιοχές της Θεσσαλονίκης, ενώ αναμένονται καινούργιοι μαθητές, αγνώστου αριθμού από τον πληθυσμό των αλλοδαπών που θα γεμίσει εκ νέου το Κέντρο φιλοξενίας του Δερβενίου «ALEXIL», το επόμενο διάστημα. Νομίζουμε ότι και από τα παραπάνω μόνο, το κατάντημα της νηφαλιότητας και της κοινής λογικής στον τόπο μας είναι προφανές.

Αλλωστε δεν μπορούμε να φανταστούμε πως θα μπορούσε να μην προκαλεί την αποσυγκέντρωση της προσοχής των ελλήνων μαθητών στο διδασκόμενο μάθημα και τελικά την πλήρη διάλυση κάθε μαθησιακής διαδικασίας, η μαζική ένταξη σε κανονικά τμήματα εκπαίδευσης, παιδιών που δεν θα γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα, δεδομένης και της ποικιλομορφίας των γλωσσών που μιλούν οι κάθε λογής αλλοδαποί που βρίσκονται το τελευταίο διάστημα στον τόπο μας, καθώς αυτά εύλογα θα δυσανασχετούν, λόγω αδυναμίας παρακολούθησης και θα έχουν διάσπαση της προσοχής, ενασχολούμενα με οτιδήποτε άλλο πλην του αντικειμένου της διδασκαλίας. Επιπλέον το γεγονός ότι δεν θα έχουν εξεταστεί από ειδικούς για την ενδεχόμενη ανάγκη φοίτησης σε ειδικό σχολείο, με τα ίδια έστω κριτήρια που ισχύουν για τους έλληνες μαθητές, αφού βέβαια για να εξετάσει παιδοψυχολόγος τα παιδιά αυτά θα πρέπει να γνωρίζει την γλώσσα τους, αποτελεί αυτονόητα αιτία τροχοπέδης κάθε ομαλής εξέλιξης του μαθήματος, αφού είναι γνωστό ότι η ύπαρξη και ενός παθολογικά παραβατικού μαθητή στην τάξη μπορεί να αποσυντονίσει το σύνολο των υπολοίπων.

Πρέπει να επισημάνουμε ότι ήδη ο εφαρμοζόμενος στις Δ.Υ.Ε.Π τρόπος διδασκαλίας των παιδιών αυτών παραπέμπει σε δημιουργική απασχόληση και όχι σε εκπαίδευση, καθώς υλοποιείται με κινήσεις παντομίμας και νοηματικής, όπως και με ελάχιστη χρήση της αγγλικής γλώσσας, αφού τα παιδιά μιλούν διαφορετικές μεταξύ τους γλώσσες και ελάχιστα αγγλικά και βέβαια οι δάσκαλοι δεν γνωρίζουν την γλώσσα τους. Είναι απορροίας άξιο λοιπόν πως θα ενταχθούν στο γενικό πρόγραμμα μαθημάτων δίχως να εκμηδενιστεί κάθε αξία του μαθήματος και της διδασκαλίας, τόσο για τα ίδια όσο και για τους Ελληνες μαθητές.

Επίσης, όχι τυχαία, η 4η παράγραφος του άρθρου 5 του Συντάγματος αναφέρεται μόνο σε Έλληνες: «..4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ΄ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει…».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι αφενός μόνο έλληνες έχουν το δικαίωμα να κινούνται ελεύθερα και να εγκαθίστανται στην Χώρα, αλλά και να εισέρχονται και εξέρχονται από αυτή, καθώς απαγορεύονται σχετικά διοικητικά μέτρα, ενώ εξ αντιδιαστολής, ο κανόνας για τους αλλοδαπούς που εισέρχονται δίχως άδεια είναι να αντιμετωπίζουν το διοικητικό μέτρο της απέλασης, αφού αυτοί δεν έχουν δικαιώματα ελεύθερης εισόδου, κίνησης και εγκατάστασης στη χώρα, όπως άλλωστε συνέβαινε απαρέγκλιτα έως πρόσφατα, αφού ακόμη και οποιαδήποτε συνδρομή στην διευκόλυνση μετακίνησης παράνομων μεταναστών εντός της χώρας αποτελεί ποινικό αδίκημα (μήπως θυμάται κανείς τους «συνοριοφύλακες» ή μήπως τότε η Ελλάδα παρανομούσε έναντι των διεθνών συνθηκών την ύπαρξη των οποίων πρόσφατα κάποιοι ανακάλυψαν;), ενώ απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού, μόνο όταν διώκεται για την δράση του υπέρ της ελευθερίας.

Επιπλέον τα άρθρα 5 και 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του ανθρώπου, της οποίας το Πρόσθετο Πρωτόκολλο κάποιοι, των οποίων οι προθέσεις μάλλον θα πρέπει να ελεγχθούν αρμοδίως, θυμήθηκαν για να στηρίξουν το θεσπιζόμενο στο δεύτερο άρθρο του δικαίωμα στην εκπαίδευση, αναφέρουν ρητά: Άρθρο 5: Το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια: 1…..Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειμή εις τα ακολούθως περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν: ……στ) εάν πρόκειται περί νομίμου συλλήψεως και κρατήσεως ατόμου επί σκοπώ όπως εμποδιστή από του να εισέλθη παρανόμως εν τη χώρα, ή εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απελάσεως ή εκδόσεως…», Αρθρο 16: «Περιορισμοί στην πολιτική δραστηριότητα των αλλοδαπών: Ουδεμία διάταξης των άρθρων 10, 11 και 14 δύναται να θεωρηθεί ως απαγορεύουσα εις τα υψηλά μέρη να επιβάλλωσι περιορισμούς εις την πολιτική δραστηριότητα των ξένων».

Αναρωτιόμαστε λοιπόν, σε ποιο βαθμό θα μειωνόταν η αξία της, αναγκαία προσωρινής, φιλοξενίας των αλλοδαπών που εισήλθαν παράνομα στην χώρα, καθ’ υπέρβαση των διεθνών συνθηκών, διότι η Τουρκία είναι η πρώτη ασφαλής χώρα που όφειλε να τους προστατέψει, ακόμα και εάν αυτοί επικαλούνταν το δικαίωμα ασυλίας σύμφωνα με την σύμβαση της Γενεύης, εάν τα μέτρα που ελήφθησαν ευκαιριακά, όταν επανειλημμένα μεταφέρθηκαν σε πλωτά μέσα από τα νησιά πρώτης υποδοχής τους, είχαν μονιμότερο και γενικευμένο χαρακτήρα.

Ειδικότερα, δεν έχει κυριαρχικό δικαίωμα το ελληνικό κράτος να θωρακίσει την εθνική του ασφάλεια και να προστατέψει προληπτικά την δημόσια τάξη, η οποία επανειλημμένα έχει διακυβευτεί, ειδικά στα νησιά που είναι πάντοτε υπό την απειλή οποιουδήποτε θερμού επεισοδίου δημιουργήσει η άσπονδη φίλη γειτονική χώρα; Ποιος επιβάλει να μην απομακρύνει το ελληνικό κράτος τους αλλοδαπούς που βρίσκονται σε αυτά, αλλά και σε διασκορπισμένα σε όλη την Ελλάδα «Κέντρα Φιλοξενίας», δημιουργώντας παράλληλα, με δαπάνες των αρμόδιων διεθνών οργανισμών, υποδομές υψηλής ποιότητας και αναβαθμισμένου επιπέδου διαμονής σε αραιοκατοικημένα νησιά που δεν βρίσκονται σε επαπειλούμενες περιοχές, ώστε να είναι απόλυτα ελεγχόμενο ποιος εισέρχεται και ποιος εξέρχεται σε αυτά αλλά και ποια νόμιμη δραστηριότητα ασκεί, μέχρι τουλάχιστον να εξακριβωθούν τα πραγματικά στοιχεία ταυτότητάς του, το ενδεχομένως προβληματικό, από την άποψη της διάπραξης εγκλημάτων του κοινού ποινικού διακαίου παρελθόντος του και η τυχόν αντίθετη προς την εθνική ασφάλεια προέλευση και αποστολή του;

Στους τόπους αυτούς βέβαια θα μπορούσε να παρασχεθεί προσωρινά, σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια μόρφωση στους ανήλικους αλλοδαπούς, ενώ συγχρόνως δεν θα κινδύνευαν από επιτήδειους, που τους καθιστούν θύματα εγκληματικών πράξεων ακόμη και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, όπως προέκυψε από περιστατικό της επικαιρότητας.

Λυπούμαστε, αλλά επιλογές που δεν λαμβάνουν υπόψη τα παραπάνω αυτονόητα δεν μπορούμε να τις επικροτήσουμε, ούτε πολύ περισσότερο να ζητωκραυγάσουμε και να χειροκροτήσουμε όσους επιχειρούν να συγκαλύψουν, τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες που απορρέουν από την ίδια την κοινή λογική, με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, όπως η καταχρηστική αναφορά σε «προσφυγόπουλα», που κάποιοι «αλληλέγγυοι» προπαγανδίζουν.

Είμαστε υποχρεωμένοι να σκεπτόμαστε και να προσπαθούμε να προλάβουμε κάθε εξέλιξη που θα επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη υποβαθμισμένη ποιότητα ζωής των οικογενειών μας, καθώς η αδράνεια και η τυφλή εμπιστοσύνη στις επιλογές των εκάστοτε κυβερνόντων, προφανώς ειδικά στην μνημονική Ελλάδα φαντάζει «πολιτικό έγκλημα».

Ελπίζουμε να μην έχουν οι επισημάνσεις μας την άδοξη τύχη των προειδοποιήσεων του Λαοκόωντα, ο οποίος έχει καταγραφεί στην ελληνική μυθολογία, ως ο Τρώας που μάταια προειδοποιούσε τους συμπατριώτες του να μην εισάγουν τον Δούρειο Ίππο εντός των τειχών της Τροίας, αφού θεωρούσε ορθά, ότι ήταν τέχνασμα των Ελλήνων αρχηγών, για την κατάληψή της. Όπως όλοι γνωρίζουμε δεν εισακούστηκε με τα γνωστά θρυλικά δραματικά αποτελέσματα. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι εμείς οι Έλληνες γνωρίζουμε καλύτερα από άλλους τα σημαινόμενα των αρχέγονων μύθων μας και ότι ενόψει αυτού δεν θα ήταν συνετό να επιτρέψουμε την πύλη της δημόσιας εκπαίδευσης να αποτελέσει την κερκόπορτα της ελληνικότητας του τόπου μας.

Άλλωστε ουδείς δικαιούται «…..να προσδιορίσει αυθαιρέτως την σύνθεση του λαού, με την προσθήκη απροσδιορίστου αριθμού προσώπων ποικίλης προελεύσεως, με χαλαρή ή ανύπαρκτη ενσωμάτωση, με ό,τι τούτο θα συνεπήγετο για την συνταγματική τάξη και τη λειτουργία του πολιτεύματος, καθώς και την ομαλή, ειρηνική εξέλιξη της κοινωνικής ζωής….». Το ελληνικό κράτος και η ελληνική κοινωνία, «….δεν είναι οργανισμοί ασπόνδυλοι και δημιουργήματα εφήμερα αλλά παριστούν διαχρονική ενότητα με ορισμένο πολιτιστικό υπόβαθρο, κοινότητα με σχετικώς σταθερά ήθη και έθιμα, κοινή γλώσσα με μακρά παράδοση, στοιχεία τα οποία μεταβιβάζονται από γενεά σε γενεά με την βοήθεια μικρότερων κοινωνικών μονάδων (οικογένεια) και οργανωμένων κρατικών μονάδων (εκπαίδευση)….».

Τα παραπάνω, δυστυχώς για ορισμένους, που θα έσπευδαν να μας κατακεραυνώσουν ως «ρατσιστές», αλλά και ήδη μας καταγγέλλουν ότι υποκαταστήσαμε το «Δικαστικό Σώμα», δεν αποτελούν δικές μας επισημάνσεις, καθώς αποτελούν αποσπάσματα της υπ’αριθ.460/2013 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), δηλαδή του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της Χώρας με κύριο αντικείμενο τον παρεμπίπτοντα έλεγχο της Συνταγματικότητας των νόμων. Θα έπρεπε βέβαια όλοι αυτοί να γνωρίζουν ότι η εξοικείωση κάθε πολίτη με την δυνατότητα ερμηνείας και κατανόησης του Συντάγματος είναι συνταγματική επιταγή, καθώς σε καθεστώς δημοκρατίας δεν υφίσταται άβατο «Συνταγματικών Ερμηνευτών», αφού ο αδόκιμος αυτός όρος δεν υφίσταται καν για τον προσδιορισμό επαγγελματικής ή επιστημονικής ταυτότητας.

Όσο λοιπόν τουλάχιστον η Ελληνική Δικαιοσύνη συνεχίζει να επιτελεί το έργο της, έχουμε υποχρέωση να υποστηρίζουμε το αυτονόητο, όσο και εάν ορισμένοι παραβατικοί δεν το αντέχουν και δεν πρόκειται να μας αποτρέψουν να κρίνουμε και να ζητούμε εξηγήσεις για ότι αφορά το μέλλον των παιδιών μας, οι έμμεσες και άμεσες απειλές για τις επιπτώσεις του «αντιρατσιστικού νόμου» που εξαπολύουν ορισμένοι γκεμπελίσκοι, γιατί αυτό επιβάλει η ιδιότητά μας των Ελλήνων Πολιτών και Γονέων. Ο τρόπος μάλιστα που ορισμένοι αδαείς τον επικαλούνται κατά παντός διαφωνούντα με τις απόψεις τους σε θέματα διαχείρισης αλλοδαπών, εκτός από την τέλεση ποινικών αδικημάτων εκ μέρους τους (ενδεικτικά ψευδής καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμηση) ανακινεί και το θέμα της επανεξέτασης του γενικόλογου περιεχομένου του και της διατύπωσής του, καθώς δίδεται η εντύπωση ότι μόνο έλληνες δεν προστατεύει από σχετικές (ρατσιστικές) επιθέσεις εναντίον τους, ενώ βέβαια κομβική μορφή ρατσισμού, είναι και ο ιδεολογικός ρατσισμός, αφού αυτή είναι η πιο απτή μορφή φασισμού, εκφάνσεις του οποίου υποτίθεται κλήθηκε να αντιμετωπίσει ο συγκεκριμένος, μάλλον αδόκιμης διατύπωσης νόμος.

Περαιτέρω για να αποδείξουμε ότι δεν έχουμε κανένα λόγο να διαφωνούμε για το ποιος έχει δικαίωμα στην δημόσια εκπαίδευση, ποια τα όρια και ο χώρος έκφρασης της ελευθερίας της διδασκαλίας, ποια τα δικαιώματα των αλλοδαπών και υπό ποιες προϋποθέσεις παραμένουν νόμιμα στην Ελλάδα, αφού όλα τα παραπάνω ρυθμίζονται ξεκάθαρα και επιτακτικά από το Ελληνικό Σύνταγμα, θα αντιπαραβάλουμε στο γράμμα και το πνεύμα των σχετικών διατάξεών του, αλλά και σε νομολογία του ΣτΕ τις πιο χαρακτηριστικές από τις απόψεις που εξέφρασαν πρόσφατα, προφανώς καλόπιστα ευαισθητοποιημένοι εκπαιδευτικοί του σχολείου μας και καταδεικνύουν την ακούσια πλάνη πολλών συμπολιτών μας, οι οποίοι με περισσότερη τρυφερότητα και λιγότερη περίσκεψη αντιμετωπίζουν τα σχετικά διλήμματα που θέτει η επικαιρότητα.

Ειδικότερα αναφέρουν ότι: «Ο σεβασμός των νόμων και η εφαρμογή των αποφάσεων των προϊσταμένων αρχών, είναι στοιχειώδης υποχρέωση των δημόσιων λειτουργών σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Γι’ αυτό άλλωστε δεσμεύτηκαν με όρκο όταν διορίστηκαν».

Σύμφωνα με το ισχύον σύνταγμα (άρθρο 103): «1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του Κράτους και υπηρετούν το Λαό οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα….», επιπλέον (άρθρο 120) «2. Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων….4. Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.”».

Όπως λοιπόν γίνεται αντιληπτό σε καμία περίπτωση το Σύνταγμα στο οποίο και την πιστή τήρησή του ορκίζεται κάθε υπάλληλος και ιδίως αυτός που υπηρετεί λειτούργημα, δεν αντιπαραβάλλεται από πλευράς αξίας με τις «αποφάσεις προϊσταμένων αρχών», αφού ακόμη και οι νόμοι έχουν υπόσταση και επομένως οφείλουμε να τους εφαρμόζουμε, μόνο όταν «συμφωνούν με αυτό», ενώ όχι μόνο δικαιούμαστε αλλά και υποχρεούμαστε ως έλληνες πολίτες να αντιστεκόμαστε με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να καταλύσει το Σύνταγμα με τη βία, δηλαδή, δυνητικά και με αντίθετες προς το Σύνταγμα επιτακτικές εντολές προϊσταμένων αρχών.

Κατ’ επέκταση η πολιτεία, δηλαδή το κράτος, μπορεί να θεωρείται «ευνομούμενη», μόνο όταν οι νόμοι της συμφωνούν με το Σύνταγμα.

Γι’ αυτό άλλωστε ο Υπαλληλικός Κώδικας, που ισχύει βέβαια και για τους εκπαιδευτικούς είναι σαφής και ως προς τον όρκο και ως προς τις υποχρεώσεις έναντι του Συντάγματος σε περίπτωση αντισυνταγματικών εντολών.

Συγκεκριμένα σύμφωνα με το άρθρο 19 του Ν 3528/2007: ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΛ.ΔΙΟΙΚ.ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ & ΥΠΑΛ.ΝΠΔΔ που επιγράφεται: Ορκωμοσία – Ανάληψη υπηρεσίας:

«….1. Ο όρκος δίνεται ενώπιον του οργάνου που έχει εκδώσει την πράξη διορισμού ή του οργάνου που ορίζεται στο έγγραφο της κοινοποίησης. Ο όρκος έχει ως εξής: “Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.” Ο όρκος των αλλοδαπών έχει ως εξής: “Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους της και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.” Οσοι δηλώνουν ότι δεν πρεσβεύουν καμιά θρησκεία ή πρεσβεύουν θρησκεία που δεν επιτρέπει τον όρκο, παρέχουν, αντί όρκου, την ακόλουθη διαβεβαίωση: “Δηλώνω, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή μου, ότι θα φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και ότι θα εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.” ….».

Σύμφωνα με το άρθρο 25 του ίδιου νόμου περί της Νομιμότητας υπηρεσιακών ενεργειών: «…. 1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών. 2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει, πριν την εκτελέσει, να αναφέρει εγγράφως την αντίθετη γνώμη του και να εκτελέσει τη διαταγή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούσει σε αυτήν. 3. Αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή. Όταν σε διαταγή, η οποία προδήλως αντίκειται σε διατάξεις νόμων ή κανονιστικών πράξεων, διατυπώνονται επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος ή όταν, ύστερα από άρνηση υπακοής σε πρώτη διαταγή που προδήλως αντίκειται σε τέτοιες διατάξεις, ακολουθήσει δεύτερη διαταγή που εκθέτει επείγοντες και εξαιρετικούς λόγους γενικότερου συμφέροντος, ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέσει τη διαταγή και να αναφέρει συγχρόνως στην προϊσταμένη αρχή εκείνου που τον διέταξε. Επί νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, εφόσον εκείνος που διέταξε είναι το διοικητικό συμβούλιο ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης, η αναφορά υποβάλλεται στον εποπτεύοντα Υπουργό. Εάν εκείνος που διέταξε είναι ο Υπουργός, η αναφορά υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό. 4. Αν ο υπάλληλος έχει αντίθετη γνώμη για εντελλόμενη ενέργεια, για την οποία είναι αναγκαία η προσυπογραφή ή η θεώρησή του, οφείλει να τη διατυπώσει εγγράφως για να απαλλαγεί από την ευθύνη. Εάν παραλείπει την προσυπογραφή ή θεώρηση, θεωρείται ότι προσυπέγραψε ή θεώρησε…»

Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 27 του ίδιου νόμου που αφορά την συμπεριφορά υπαλλήλου αναφέρονται τα εξής: «…. 1. Ο υπάλληλος οφείλει να συμπεριφέρεται εντός και εκτός της υπηρεσίας κατά τρόπο ώστε να καθίσταται άξιος της κοινής εμπιστοσύνης. 2. Ο υπάλληλος οφείλει κατά την άσκηση των καθηκόντων του να συμπεριφέρεται με ευπρέπεια στους διοικούμενους και να τους εξυπηρετεί κατά τη διεκπεραίωση των υποθέσεων τους. 3. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται να κάνει διακρίσεις σε όφελος ή σε βάρος των πολιτών, εξαιτίας των πολιτικών, των φιλοσοφικών ή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων….».

Τονίζουμε, για όποιους δεν αναγνώσουν με προσοχή τα παραπάνω, ότι οι αλλοδαποί που βρίσκονται παράνομα στην Ελλάδα δεν είναι ούτε διοικούμενοι ούτε πολίτες της χώρας μας.

Ας προχωρήσουμε λοιπόν στο κομβικό ζήτημα, δηλαδή της μαζικής ένταξης των ανήλικων μεταναστών στο Δημόσιο Σχολείο, για να κρίνουμε εάν μπορεί να έχει τα απαιτούμενα ερείσματα στις σχετικές συνταγματικές επιταγές κάθε σχετική απόφαση «προϊσταμένης αρχής».

Ειδικότερα, στην ίδια ανακοίνωση εκπαιδευτικοί του σχολείου μας έχουν δηλώσει ότι επικροτούν «την πολιτισμική και εκπαιδευτική ένταξη των προσφυγόπουλων» και ότι ως «εκπαιδευτικοί του σχολείου» θα συνεχίσουν να προσφέρουν αμέριστα τις υπηρεσίες τους «στα παιδιά του ελληνικού λαού, αλλά και σε κάθε παιδί που ζει στη χώρα μας, από όπου κι αν προέρχεται, όταν έχει ανάγκη».

Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα, το οποίο κατά γενική ομολογία είναι από τα προοδευτικότερα και πλέον ανθρωποκεντρικά του Ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, υπάρχουν δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε κάθε άνθρωπο εντός της ελληνικής επικράτειας, αφού αυτά συνδέονται με την ίδια την αξία του ανθρώπου και άλλα που αφορούν και αναφέρονται αποκλειστικά σε έλληνες πολίτες.

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το άρθρο 2 και 5 του Συντάγματος: «..Άρθρο 2: 1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. 2. Η Ελλάδα, ακολουθώντας τους γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών…. Άρθρο 5: 1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. 2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας. 3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος…… 5. Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής του ταυτότητας. ..….».

Περαιτέρω ειδικά στο ζήτημα της εκπαίδευσης το Σύνταγμα στο άρθρο 16 αποσαφηνίζει τόσο τους σκοπούς της παιδείας όσο και το δικαίωμα πρόσβασης σε αυτή: «….. Άρθρο 16: 2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. 3. Τα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα. 4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια….».

Από την γραμματική και μόνο διατύπωση του άρθρου καθίσταται σαφές ότι δικαίωμα απρόσκοπτης πρόσβασης στις δομές του δημόσιου σχολείου έχουν μόνο οι Έλληνες και όχι οποιοσδήποτε άνθρωπος βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας και μάλιστα έχει εισέλθει παράνομα σε αυτή.

Σε κάθε όμως περίπτωση, είναι έτσι προσδιορισμένοι οι σκοποί της παιδείας στο Σύνταγμα, ώστε μόνο έλληνες ή τουλάχιστον όσοι συνειδητά αποφασίσουν να κοινωνήσουν τους σκοπούς της ελληνικής ιδέας και παιδείας και να υιοθετήσουν την ελληνική σκέψη και διανόηση, έχουν αντικειμενικά τις προϋποθέσεις για να ενταχθούν απρόσκοπτα και αποτελεσματικά στο σύστημα της δημόσιας εκπαίδευσης και όχι οποιοσδήποτε εισέρχεται στην ελληνική επικράτεια για την ικανοποίηση άλλων αναγκών του.

Ειδικότερα ως παιδεία θα μπορούσε να νοηθεί, στα πλαίσια ενός γενικού ορισμού, η καλλιέργεια, κυρίως των νέων ανθρώπων, νοητικά, σωματικά και ψυχικά, μέσα από ένα γενικό και προκαθορισμένο σε κάθε χώρα σύστημα, πληροφοριών, κανόνων και διαδικασιών, που έχει ως σκοπό την παροχή παιδείας.

Ανάπτυξη, κατά τη έννοια της διάταξης, είναι η πρόοδος, η εξέλιξη, η ακμή, η άνθηση, η σταδιακή βελτίωση και η σταδιακή δημιουργία. Εθνική συνείδηση είναι η συναίσθηση της προσωπικής ένταξης σε ένα χώρο, «Ελλάδα» και σε ένα σύνολο, «Έλληνες», όπως και της ευθύνης που προκύπτει από την ένταξη αυτή.

Επιπλέον στην ως άνω Συνταγματική Διάταξη η παιδεία αναφέρεται ως βασική αποστολή του Κράτους, οπότε πρόκειται για έργο ιδιαίτερης βαρύτητας, θεωρούμενο ως σκοπός, στόχος και προορισμός, κάτι που είναι βέβαια σχεδόν αυτονόητο, αφού οδηγεί στην πνευματική ανάταση των πολιτών και μόνο πολίτες πεπαιδευμένοι είναι ικανοί να προασπίζονται τους κανόνες και τις αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και να εμπνέονται από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, που αποτελεί κομβική συνταγματική δέσμευση και επιλογή.

Η διάταξη αναφέρεται επίσης στην «διάπλαση των Ελλήνων σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Διάπλαση είναι η ηθική και πνευματική διαμόρφωση του ατόμου. Ελεύθερος πολίτης είναι εκείνος που δεν υπόκειται σε δεσμεύσεις ή περιορισμούς, που πράττει σύμφωνα με τη δική του βούληση, χωρίς να εμποδίζεται ή να καθοδηγείται από άλλον, που προβαίνει δηλαδή σε πράξεις ή σε παραλείψεις πάντα εκούσια. Ελεύθερος πολίτης είναι αυτός που ως μέλος μίας πολιτείας διαμορφώνει την συμπεριφορά και τον χαρακτήρα του ελεύθερα, κανείς δεν του επιβάλλει τις απόψεις του αλλά, αντίθετα κάθε ένας υποστηρίζει τις ιδέες και τα πιστεύω του, με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί, χωρίς τον φόβο της αποδοκιμασίας ή ακόμα χειρότερα της επιβολής ποινής. Υπεύθυνος πολίτης είναι εκείνος που μεν είναι ελεύθερος να πιστεύει και να πράττει εκείνο που θέλει, αλλά πάντα υπό τον αυτονόητο περιορισμό ότι αυτοδεσμεύεται για τις πράξεις του, σύμφωνα με το πνεύμα του άρθρο 5 παρ. 1 Συντάγματος. Συνεπώς, υπεύθυνος είναι εκείνος που έχει την ευθύνη και υφίσταται τις συνέπειες των πράξεών του.

Στα παραπάνω λοιπόν δεν χωρούν ούτε συναισθηματισμοί ούτε εκπτώσεις, ούτε υποκειμενικές προσεγγίσεις που αλλοιώνουν την Συνταγματική επιταγή. Η δημόσια παιδεία έχει ένα μόνο υποκείμενο, τον Έλληνα μαθητή και ένα αποκλειστικά απώτερο στόχο, την διάπλαση ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών με ελληνική εθνική και θρησκευτική συνείδηση.

Όποιος επιθυμεί κάτι διαφορετικό στον εργασιακό του χώρο, δικαιούται να επικαλείται συνειδησιακές του δεσμεύσεις και προσωπικού χαρακτήρα όρκους σε ότι πιστεύει, πλην όμως πρέπει να το δηλώσει ρητά και ή να επιδιώξει να αλλάξει το Σύνταγμα ή ο ίδιος αντικείμενο εργασίας, εφόσον ο όρκος που έχει δώσει και τον δεσμεύει στο χώρο και στο αντικείμενο της εργασίας του αντιβαίνει στις πεποιθήσεις του. Σε κάθε άλλη περίπτωση η συμπεριφορά του αντίκειται όχι μόνο στο νόμο αλλά και στους κανόνες της ηθικής.

Δεν σημαίνει βέβαια αυτό ότι στην ιδιωτική του ζωή δεν μπορεί, στα πλαίσια της ελευθερίας της διδασκαλίας, να μεταδώσει τις γνώσεις του σε όποιον επιθυμεί και όπως επιθυμεί, γι’ αυτό άλλωστε, όπως ήδη αναφέρθηκε, η ιδιωτική εκπαίδευση δεν υπηρετεί ούτε τους ίδιους στόχους ούτε υπόκειται στις ίδιες δεσμεύσεις. Άλλωστε είναι χαρακτηριστικά γνωστές και οι δυνατότητες του ιεραποστολικού έργου, το οποίο εκτός από θρησκευτική συνείδηση, επιδιώκει και την πνευματική καλλιέργεια των ανθρώπων που απευθύνεται.

Για όσους μάλιστα δεν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους της αναγνώρισης απρόσκοπτης εισόδου των πάντων στο δημόσιο σχολείο τονίζουμε ότι ειδικά το ζήτημα του σεβασμού και των φιλοσοφικών αντιλήψεων των γονέων αποτελεί την «αχίλλειο πτέρνα» οποιασδήποτε τέτοιας παραδοχής, καθώς στο πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, που, μάλλον δίχως τον απαιτούμενο προβληματισμό, επικαιροποιούν οι πρόσφατες υπουργικές αποφάσεις για την λειτουργία των ΔΥΕΠ, αναφέρεται ότι οποιοδήποτε κράτος αναλάβει σχετικά καθήκοντα «…επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζουσι την μόρφωση και την εκπαίδευσιν τούτιν συμφώνως προς τα ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις…».

Σημειώνουμε ότι κατά την υπογραφή του πρωτοκόλλου η Ελληνική Κυβέρνηση δυνάμει του άρθρου 64 της σύμβασης διατύπωσε την εξής επιφύλαξη: «…Η λέξις «φιλοσοφικάς» ήτις ευρίσκεται εις το τέλος της δευτέρας παραγράφου του άρθρου 2 θα έχει εν Ελλάδι εφαρμογήν συμφώνως προς τας σχετικάς διατάξεις της εσωτερικής αυτής νομοθεσίας…». Ορισμένοι όμως από αυτούς που μας κυβέρνησαν κατά το παρελθόν, βρήκαν την συγκεκριμένη επιφύλαξη προφανώς «περιττή», οπότε προχώρησαν σε άρση της επιφύλαξης με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α΄50 της 21.3.1985.

Αυτές τις «κερκόπορτες» γνωρίζουν εκείνοι που επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν τα αυτονόητα συναισθήματά μας τρυφερότητας προς όλα τα απροστάτευτα ή αναξιοπαθούντα παιδιά ως «δούρειο ίππο» για να μετατρέψουν την Ελληνική κοινωνία και πιθανότατα την Ευρωπαϊκή, από σύνολο σκεπτόμενων πολιτών (εν δυνάμει τουλάχιστον), σε μία χαοτική «Βαβέλ», στην οποία η προοπτική οποιασδήποτε συνειδητής άσκησης πολιτικών δικαιωμάτων θα φαντάζει κακόγουστο αστείο, οπότε και θα ευοδωθούν τα σχέδια όσων επιδιώκουν την αποχαυνωτικού τύπου παγκοσμιοποίηση απολιτικών και απληροφόρητων μαζών.

Θέλουμε να τονίσουμε ότι σε καμία περίπτωση δεν διαφωνούμε με την ανάγκη φροντίδας που πρέπει να έχει κάθε παιδί, ανεξαρτήτως φυλετικής καταγωγής, αλλά κάποιοι ευθύνονται για την φρίκη που έζησαν τα παιδιά και όπως πιστεύουμε, οι ίδιοι συνεχίζουν να τα χρησιμοποιούν για να προωθήσουν συμφέροντα που μόνο με τον ανθρωπισμό δεν έχουν σχέση. Εάν επομένως συνεχίσουμε αφελώς να εξυπηρετούμε τα σχέδιά τους, όχι απλώς δεν προστατεύουμε την αξία της παιδικότητας, αλλά προετοιμάζουμε νέες θηριωδίες σε βάρος όλων των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και κυρίως των παιδιών.

Αλήθεια δεν προκαλεί εντύπωση σε κανέναν το παράδοξο γεγονός ότι ενώ διοργανώνονται διαδηλώσεις για το άνοιγμα των συνόρων και την απρόσκοπτη υποδοχή των «προσφύγων» (πρόσφατα στην Πορτογαλία), δεν καταδικάζεται με την ίδια συχνότητα ο πόλεμος, ούτε τίθεται το ζήτημα του επαναπατρισμού των ανθρώπων αυτών, ενώ αυτό θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο κατά την κοινή λογική;

Τα αυτονόητα όμως προφανώς δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα που χρησιμοποιούν την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα για την προώθηση των δικών τους σχεδίων.

Είναι αξίωμα νομίζουμε πλέον, ότι οι πολεμικές συγκρούσεις εξυπηρετούν στην συντριπτική τους πλειοψηφία την προαγωγή οικονομικών βλέψεων, όπως άλλωστε και οι προαποφασισμένης διαχείρισης, αν όχι και πρόκλησης «κρίσεις χρέους», όπως αυτή που βιώνουμε επί οκταετία. Επομένως είναι σχετικά εύκολο να ανακαλύψεις τον υπαίτιο, εάν μπορείς να εντοπίσεις τον χρηματοδότη, διότι κάθε πολεμική αντιπαράθεση έχει τεράστιο κόστος, όπως και κάθε οικονομική κρίση.

Δεν αποβλέπουν όμως, ούτε προκαλούν όλες οι πολεμικές αντιπαραθέσεις, αλλά και οι συντονισμένες οικονομικές επιθέσεις κατά κρατών, μαζική μετακίνηση πληθυσμών εκτός των ορίων της επικράτειας που διεξάγονται, ενώ έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι σε κάθε τέτοια μετακίνηση αλλοιώνονται εθνολογικά απόλυτα στοχευμένα περιοχές του κόσμου, με αποτέλεσμα να προκύπτει συχνά το φαινόμενο της γέννησης μιας νέας κρατικής οντότητας ή η διάλυση μιας προϋφιστάμενης. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ως προϊόν της Μικρασιατικής εκστρατείας και της επακόλουθης ήττας, προέκυψε ο αμετάκλητος ξεριζωμός Ελλήνων από την Μικρασία και τον Πόντο, που πρόσφυγες κατέληξαν στην Ελλάδα, μετά από χιλιετίες παρουσίας στις περιοχές αυτές, με αποτέλεσμα να επιταχυνθεί η εθνοκάθαρση που επιδίωκαν ορισμένοι για να προσδώσουν στην αναδυόμενη από τα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, νέα Τουρκία (σχετική η τότε δράση του κινήματος των νεοτούρκων), κρατική οντότητα. Μεταγενέστερα ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, μεταξύ άλλων ανακατατάξεων, κατέληξε στην μερική διάλυση της Παλαιστίνης και στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, επίσης μετά από χιλιετίες, γεγονότα που επίσης εκδηλώθηκαν με την μορφή προσφυγικών ροών, που προκάλεσε η οργανωμένη από τους Ναζί ακραία ρατσιστική βία. ​

Παραμένει περιέργως αδιευκρίνιστο για την επίσημη ιστοριογραφία ποιος ακριβώς και γιατί χρηματοδότησε τις συγκεκριμένες πολεμικές αντιπαραθέσεις, όπως και εάν επιδίωκε το σύνολο των επακόλουθων αποτελεσμάτων τους.

Σε ότι αφορά την πρόσφατη μεταναστευτική κρίση κάποιοι, που είναι γνωστοί για τον ρόλο τους σε διεθνείς κρίσεις, δεν κρύβουν ότι την βλέπουν όχι απλώς με συμπάθεια αλλά και την συσχετίζουν με την προφανώς επιδιωκόμενη από αυτούς μεταβολή των εθνολογικών δεδομένων σε όλη την Ευρώπη.

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ψηφιακό και έντυπο τύπο, ιδιαίτερα αποκαλυπτικές δηλώσεις έχει πραγματοποιήσει πρόσφατα ο διεθνής επενδυτής Τζορτζ Σόρος, ο οποίος σύμφωνα με δημοσιεύματα χρηματοδοτεί πολλές Μ.Κ.Ο., ενώ υπόσχεται ότι θα διαθέσει πεντακόσια εκατομμύρια Ευρώ για να ενισχύσει την δημιουργία επιχειρήσεων από αλλοδαπούς.

Ενδεικτικά iefimerida 19.2.2017: «…Επτά προτάσεις για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης κάνει ο Τζορτζ Σόρος, σε άρθρο του στην Handelsblatt. Ο επενδυτής τονίζει ότι η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας έχει σοβαρά ελαττώματα και έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε de facto φυλακή με ανεπαρκείς υποδομές. Για αυτό προτείνει επτά βήματα για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, καταλήγοντας ότι με αυτόν τον τρόπο η Ευρώπη θα χειριστεί πιο εύκολα άλλα σοβαρά προβλήματα, όπως η κρίση χρέους της Ελλάδας….. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα φιλόξενο περιβάλλον για τους οικονομικούς μετανάστες. Με δεδομένη τη γήρανση του πληθυσμού της Ευρώπης, τα οφέλη της μετανάστευσης ξεπερνούν τα κόστη ενσωμάτωσης των προσφύγων. Οι μετανάστες μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στην ανάπτυξη αν τους δοθεί η ευκαιρία…….».

Όπως αντιλαμβάνεστε λοιπόν υπάρχουν κάποιοι που βλέπουν ποικίλες προοπτικές στην μεταναστευτική κρίση, ακόμη και την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας. Για κράτη όπως το δικό μας όμως, με δεδομένη την μετανάστευση σε αναζήτηση εργασίας του ποιο ελπιδοφόρου και καλά καταρτισμένου τμήματος του πληθυσμού και την κρίση υπογεννητικότητας που η ίδια οικονομική κρίση έχει προκαλέσει, τέτοιου είδους «πληθυσμιακή ενίσχυση» θα είναι μάλλον πρόξενος χαοτικών προοπτικών, αφού δεν μπορούμε να φανταστούμε πως θα βρουν παραγωγική απασχόληση αλλοδαποί στον τόπο μας, ενώ δεν την βρίσκουν οι ίδιοι οι έλληνες, ούτε πως μπορούν να ενταχθούν ομαδικά και να συνυπάρξουν σε καθεστώς δημοκρατίας άνθρωποι που δεν έχουν καμία εμπειρία δημοκρατικών θεσμών και αντίστοιχης λειτουργίας του κράτους.

Άλλωστε σύμφωνα με την άποψη του ως άνω επενδυτή, η χώρα μας έχει μετατραπεί σε «de facto φυλακή» και σε αυτό δεν θα διαφωνήσουμε, όπως δεν φαίνεται να διαφωνούν ούτε οι μετανάστες, αφού σε κάθε ευκαιρία μας αντιμετωπίζουν όχι ως παρόχους φιλοξενίας αλλά ως δεσμοφύλακες (χαρακτηριστικές οι βάρβαρες επιθέσεις σε τραυματιοφορείς που έσπευσαν να παράσχουν βοήθεια σε θύματα τροχαίου στην περιοχή μας και αντιμετώπισαν άμεση απειλή κατά της ζωής τους από τον εξαγριωμένο όχλο).

Επιπλέον δεν νομίζουμε να άκουσε κανένας ευχαριστίες για όσα τους έχουμε ήδη προσφέρει, αφού η μόνη αιτία που παραμένουν στην χώρα μας είναι το κλείσιμο των συνόρων των βορείων γειτόνων μας.

Το όλο θέμα γίνεται επιπλέον ζοφερό εάν συνδυαστεί με την ανεξέλεγκτη δράση ποικίλων Μ.Κ.Ο (σημειώνεται πάντως ότι για 43 από αυτές έχει ζητηθεί σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού εξωτερικών κ. Κοτζιά η διεξαγωγή εισαγγελικής έρευνας).

Επισημαίνουμε ότι μέλη Μ.Κ.Ο (ΚΕΕΡΦΑ) ήταν οι άγνωστοι που εισήλθαν στις 17.2.2017 ανεμπόδιστοι εντός της αυλής του σχολείου μας, με πανό, πλακάτ και φωνάζοντας συνθήματα, παρουσία των δασκάλων και παραγόντων του Υπουργείου Παιδείας, κατά την εξέλιξη των γεγονότων της αποκαλούμενης «υποδοχής των προσφυγόπουλων», παρουσία και της αστυνομίας. Η ασυδοσία δε αυτή οδήγησε στην εκδήλωση θερμότερου επεισοδίου, την Δευτέρα 20.2.2017, όπου γίναμε μάρτυρες πρωτοφανών αγριοτήτων, καθώς κουκουλοφόροι, που ήρθαν οργανωμένα από το κέντρο της Θεσσαλονίκης, έξω ακριβώς από το σχολείο μας και σε χρόνο λειτουργίας του Ολοήμερου προγράμματος, προφανώς και αυτοί «αλληλέγγυοι», οπλισμένοι με καδρόνια και σιδηροδοκούς, επί ώρες εξαπέλυαν ύβρεις, όπως «γαμώ την Ελλάδα σας» και απειλές, ενώ συγχρόνως βανδάλιζαν κατά δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, ανεβαίνοντας στις οροφές σταθμευμένων οχημάτων και καταστρέφοντας υλικά υποδομής ιδιοκτησιών.

Ολα τα παραπάνω έλαβαν χώρα παρουσία ισχυρής αστυνομικής δύναμης, δίχως να πραγματοποιηθεί καμία σύλληψη, ούτε καν όταν οι μασκοφόροι «αλληλέγγυοι» εισήλθαν εντός της αυλής του σχολείου και επιτέθηκαν με λοστούς σε κάτοικο του Ωραιοκάστρου, που επίσης για άγνωστους λόγους βρέθηκε εντός αυτής.

Επίσης ομάδα αγνώστων ατόμων, εισήλθε εντός του κτιρίου του σχολείου, κρατώντας αντικείμενα (μάλλον δώρα), προφανώς με την ανεξήγητη έγκριση του Διευθυντή του Σχολείου, ο οποίος θα μπορούσε να τους δηλώσει ότι παρόμοιες εκδηλώσεις δεν αρμόζουν στο σχολικό περιβάλλον και μάλιστα σε ώρα διεξαγωγής μαθημάτων, αφού καθένας μπορεί να προσφέρει ότι επιθυμεί στα παιδιά, στους χώρους διαμονής τους.

Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, οργανωμένες ομάδες, η δράση των οποίων δεν φαίνεται να έχει οποιαδήποτε σχέση με την προαγωγή του επιβεβλημένου κατά το Σύνταγμα Δημοσίου Συμφέροντος, επίμονα μάχονται και προπαγανδίζουν τα περί ένταξης των αλλοδαπών μαθητών στο δημόσιο σχολείο και επομένως της μονιμοποίησης της παραμονής των ιδίων και του συνόλου των συγγενών τους, όπως και κάθε άλλου παράνομου μετανάστη στην Ελλάδα.

Από ποιους αμείβονται όλοι αυτοί για το έργο τους, ποιος τους οργανώνει και ποιος τους εξασφαλίζει ασυλία;

Οφείλουμε λοιπόν να αντιμετωπίσουμε το όλο φαινόμενο της μεταναστευτικής κρίσης με ιδιαίτερη περίσκεψη, καθώς θεωρούμε ότι κάθε προοπτική ενσωμάτωσης των συγκεκριμένων μεταναστών και όχι προσφύγων, τουλάχιστον με την νομική έννοια, αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία αποτελεί τραγέλαφο, αφού δεν είναι δυνατόν να ενσωματώσεις παραγωγικά κάποιον που δεν το επιθυμεί και δεν σε βλέπει καν με συμπάθεια, αλλά σε αντιμετωπίζει ως επιβεβλημένο καταπιεστικά, αναγκαίο σταθμό της πορείας του προς κάποιο άλλο προορισμό.

Επισημαίνουμε ακόμα ότι η επιλογή του δημόσιου σχολείου για την εκδήλωση συναισθημάτων φιλίας και προσφοράς προς οποιονδήποτε εισέρχεται στην χώρα απρόσκλητος και δίχως να τηρηθεί απαρέγκλιτα η νόμιμη διαδικασία, έστω εξακρίβωσης της ταυτότητάς του και του ενδεχομένως προβληματικού παρελθόντος του, αποτελεί πρωτοφανή για κυρίαρχο κράτος συμβολική και ουσιαστική παραίτηση από την αυτονόητη υποχρέωσή του να αποτρέπει την παράνομη μετανάστευση και σοβαρότατη απεμπόληση των επιταγών του Συντάγματος, γύρω από τους περιοριστικά αναφερόμενους σε αυτό σκοπούς της εκπαίδευσης.

Για τους παραπάνω λόγους αποδεικνύονται εξαιρετικά επιφανειακές οι προσεγγίσεις ορισμένων, που άθελά τους προπαγανδίζουν προφανώς αντισυνταγματικές απόψεις, μιλώντας για απρόσκοπτη πρόσβαση απεριόριστου αριθμού παράνομων μεταναστών στην δημόσια εκπαίδευση.

Ειδικότερα, είναι πραγματικά ανησυχητικό ότι ενώ η ελληνική Δικαιοσύνη δίνει με επάρκεια αγώνα να διατηρήσει, σύμφωνα με σειρά απόλυτα τεκμηριωμένων αποφάσεων του ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της χώρας (Συμβούλιο της Επικρατείας), την στοιχειώδη τήρηση της νομιμότητας και της λογικής στον τόπο μας, υπάρχουν ακόμα και εκπαιδευτικοί που με ανεπίτρεπτες γενικεύσεις συγχέουν το δικαίωμα στην διδασκαλία με το δικαίωμα στην εκπαίδευση, όπως και τον προσδιορισμό του μετανάστη με αυτόν του πρόσφυγα.

Σύμφωνα με τις εξαιρετικά πρόσφατες αποφάσεις του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας και συγκεκριμένα των υπ’ αριθμ. 445-447/2017, κρίθηκε ότι η Τουρκία θεωρείται ασφαλής χώρα, καθώς έχει κυρώσει την Σύμβαση της Γενεύης και μπορεί να γίνει επαναπροώθηση προσφύγων σ’αυτή. Το σύνολο των δικαιωμάτων που απορρέουν από την σύμβαση αυτή για τους πρόσφυγες, μπορούν όποιοι ενδιαφερόμενοι να το επικαλούνται στην Τουρκία, αφού αυτή υπήρξε η πρώτη ασφαλής χώρα υποδοχής τους, οπότε παραμένοντας στην Ελλάδα αυτονόητα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως απλοί μετανάστες και μάλιστα εισερχόμενοι παράνομα στο Ελληνικό έδαφος.

Σε σχέση με την δυνατότητα και τις προϋποθέσεις αλόγιστης ένταξης και ενσωμάτωσης αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία χαρακτηριστική είναι η επίσης πρόσφατη υπ’αριθ.460/2013 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, η οποία έκρινε ότι τα άρθρα 1,13 και 24 του ν. 3838/2010 περί απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας από ανήλικα τέκνα αλλοδαπών υπηκόων που γεννιούνται στην Ελλάδα και των οποίων οι γονείς διαμένουν στην χώρα επί πέντε έτη ή από τέκνα αλλοδαπών που φοίτησαν επί έξι έτη σε ελληνικά σχολεία ή από ενήλικους αλλοδαπούς που ζούσαν στην Ελλάδα μεταξύ 18ου και 21ου έτους και φοίτησαν επί έξη έτη σε ελληνικό σχολείο, αντίκεινται στα άρθρα 1,4 παρ. 3, 16, 25 παρ. 1 και 29 παρ. 1 του Συντάγματος, αφού τα θεσπιζόμενα κριτήρια δεν συνδυάζονται και με στοιχεία που θα προσέδιδαν στη διαμονή ουσιαστικά χαρακτηριστικά εντάξεως στην ελληνική κοινωνία.

Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα της απόφασης που θέτει σοβαρότατα ζητήματα νομιμότητας και αντίθεσης προς την συνταγματική τάξη για τις επιδιώξεις ορισμένων να θεωρήσουν δεδομένη την ένταξη απεριόριστου αριθμού αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία και μάλιστα με πρόσχημα την φοίτηση στο ελληνικό σχολείο, αφού διαφαίνεται ότι σχεδιάζεται περαιτέρω συσχετισμός της (της φοίτησης) με την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.

«….Εξ άλλου, το ότι ο κατά το Σύνταγμα καθορισμός των προσόντων του έλληνα πολίτη ανατίθεται στο νόμο, δεν σημαίνει ότι ο κοινός νομοθέτης είναι ανεξέλεγκτος εξ επόψεως εσωτερικών συνταγματικών ορίων για τον καθορισμό αυτό, ούτε ότι παύει να υπόκειται σε τυχόν προκύπτοντες από άλλες συνταγματικές διατάξεις και αρχές περιορισμούς. Ιδιαίτερη σημασία για τους περιορισμούς αυτούς έχουν εκείνες οι διατάξεις του Συντάγματος που συνδέουν με την νομική έννοια του πολίτη πλείστες όσες συνέπειες (δικαίωμα εκλέγειν- εκλέγεσθαι, δικαίωμα διπλωματικής προστασίας, υποχρέωση στρατεύσεως, εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων και καθήκοντος εθνικής αλληλεγγύης κλπ). Τούτο σημαίνει περαιτέρω, ότι ο νομοθέτης έχει μεν την δυνατότητα να εκτιμά εκάστοτε τις συγκεκριμένες συνθήκες (πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές) και να καθορίζει τις προϋποθέσεις κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας κατά τρόπο χαλαρότερο ή αυστηρότερο, αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε και υπάρχει ως εθνικό κράτος με συγκεκριμένη ιστορία και ότι ο χαρακτήρας αυτός είναι εγγυημένος τουλάχιστον από τους ορισμούς του άρθρου 1 παρ.3 του ισχύοντος Συντάγματος, τέλος δε και ότι το κράτος αυτό είναι εντεταγμένο σε υπερεθνική κοινότητα εθνικών κρατών με παρόμοιες συνταγματικές παραδόσεις (Ευρωπαϊκή Ενωση), η οποία, μάλιστα, κατά το άρθρο 4 παρ. 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση, σέβεται την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με την θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή. Συνέπεια δε τούτων είναι ότι ελάχιστος όρος και όριο των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων για την απονομή της ελληνικής ιθαγένειας είναι η ύπαρξη γνησίου δεσμού του αλλοδαπού προς το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία, τα οποία δεν είναι οργανισμοί ασπόνδυλοι και δημιουργήματα εφήμερα αλλά παριστούν διαχρονική ενότητα με ορισμένο πολιτιστικό υπόβαθρο, κοινότητα με σχετικώς σταθερά ήθη και έθιμα, κοινή γλώσσα με μακρά παράδοση, στοιχεία τα οποία μεταβιβάζονται από γενεά σε γενεά με την βοήθεια μικρότερων κοινωνικών μονάδων (οικογένεια) και οργανωμένων κρατικών μονάδων (εκπαίδευση). Εάν παρεγνωρίζετο η προϋπόθεση του ουσιαστικού δεσμού και ο νομοθέτης – εναλλασσόμενος κατά θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος – μπορούσε να τον αγνοήσει και να ελαχιστοποιήσει τα προσόντα κτήσεως της ιθαγενείας, τότε πρακτικώς θα μπορούσε και να προσδιορίσει αυθαιρέτως την σύνθεση του λαού, με την προσθήκη απροσδιορίστου αριθμού προσώπων ποικίλης προελεύσεως, με χαλαρή ή ανύπαρκτη ενσωμάτωση, με ό,τι τούτο θα συνεπήγετο για την συνταγματική τάξη και τη λειτουργία του πολιτεύματος, καθώς και την ομαλή, ειρηνική εξέλιξη της κοινωνικής ζωής, λαμβανομένου σοβαρά υπόψη και του γεγονότος ότι το status της ιθαγένειας είναι αμετάκλητο, αφού η σχετική συνταγματική ρύθμιση (άρθρο 4 παρ.3) απαγορεύει την αφαίρεση της ιθαγένειας πλην δύο περιοριστικά καθοριζομένων περιπτώσεων (εκούσια απόκτηση άλλης ιθαγένειας, ανάληψη σε ξένη χώρα υπηρεσίας αντίθετης προς τα εθνικά συμφέροντα). Συνεπεία των ανωτέρω παραδοχών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο νομοθέτης, κατά τον καθορισμό των προϋποθέσεων αποκτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας από αλλοδαπούς, δύναται μεν, κατ’ απόκλιση από την βασική αρχή του δικαίου της καταγωγής (ius sanguinis) ως αυτόματου τρόπου κτήσεως της ελληνικής ιθαγένειας, να προβλέψει τρόπους κτήσεως της ιθαγενείας βάσει της αρχής του δικαίου του εδάφους (jus soli) και περαιτέρω, να θεσπίζει για τις περιπτώσεις αυτές και τυπικά κριτήρια, όπως είναι η νόμιμη παραμονή στην χώρα και η διάρκεια αυτής, αλλά θα πρέπει να τα συνδυάζει και με ουσιαστικά κριτήρια, ούτως ώστε να τεκμηριώνεται ο γνήσιος δεσμός του αλλοδαπού προς την ελληνική κοινωνία, δηλαδή η ενσωμάτωσή του σε αυτήν υπό την ανωτέρω εκτεθείσα έννοια…».

Τα παραπάνω απολύτως αιτιολογημένα υποστηρίζει το ανώτατο επί διοικητικών διαφορών Δικαστήριο της χώρας και μάλιστα στην σύνθεση της Ολομέλειας και όχι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να ενοχοποιηθεί για τα περίφημα αδικήματα της αντιρατσιστικής νομοθεσίας, που ορισμένοι έχουν καταστήσει καταφυγή της αδυναμίας τους να αντέξουν διαφορετικές τοποθετήσεις από τις δικές τους δοξασίες, που προωθούν με εύηχες επικοινωνιακές επινοήσεις, όπως «προσφυγόπουλα», «αλληλέγγυοι» κ.λ.π.

Με κριτήριο λοιπόν και την απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας δεν γνωρίζουμε που θα πρέπει να αποδώσουμε το εορταστικό κλίμα, τις ζητωκραυγές και τα χειροκροτήματα. Μήπως στην έλλειψη οποιουδήποτε σχεδίου διαχείρισης του προβλήματος διαρκούς εισβολής αγνώστων στα Ελληνικά Νησιά και στον Εβρο, που ήδη διογκώνεται με την βελτίωση των καιρικών συνθηκών ή στην «πρωτοτυπία» της σύλληψης του υπουργείου μεταναστευτικής πολιτικής, καθώς από πλευράς υπουργού μεταναστευτικής πολιτικής δηλώθηκε ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα παγκοσμίως που επιχειρεί να εντάξει τους ανήλικους αλλοδαπούς, μαζικά στις δομές της δημόσιας εκπαίδευσης, πριν αποφασίσει τι θα πράξει με τους γονείς τους;

Κανείς δεν γνωρίζει πλέον εάν θα πρέπει να αποδώσει αυτές τις υπεραπλουστεύσεις και τους ερασιτεχνισμούς στην άγνοια, την αφέλεια ή σε άδηλες σκοπιμότητες, το ενδεχόμενο των οποίων πάντως θα πρέπει να διερευνηθεί άμεσα αρμοδίως, αφού η Τουρκία ήδη παραβιάζει όχι μόνο τις διεθνείς συνθήκες αλλά και την πρόσφατη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί το αδιαχώρητο στα «κέντρα επαναπροώθησης», που επίσης ατυχέστατα βρίσκονται στα υπό άμεση απειλή οποιουδήποτε θερμού επεισοδίου Ελληνικά Νησιά.

Συμπερασματικά δηλώνουμε ότι έχουμε κάθε λόγο να προβάλουμε τον πολιτισμό μας και να φιλοξενήσουμε με αξιοπρέπεια προσωρινά τους αλλοδαπούς που βρέθηκαν στον τόπο μας, διεκδικώντας όμως αφενός να μεταβούν στην πρώτη ασφαλή χώρα υποδοχής τους, που είναι η Τουρκία και σε κάθε περίπτωση απαιτώντας να προετοιμαστεί όσο γίνεται αποτελεσματικότερα από τις διεθνείς οργανώσεις, που δηλώνουν το ενδιαφέρον τους γι’ αυτούς, η ομαλή επιστροφή στις πατρίδες τους με το τέλος των εχθροπραξιών που δεν φαίνεται να αργεί, για όσους τουλάχιστον η μετάβαση στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπως επιθυμούν, δεν καταστεί εφικτή, σε ότι αφορά τους προερχόμενους από τις εμπόλεμες ζώνες κυρίως της Συρίας. Ολοι οι υπόλοιποι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων φαίνεται ότι αποτελούν συνήθεις περιπτώσεις οικονομικών μεταναστών που επωφελήθηκαν από τις προσφυγικές ροές και κατευθύνθηκαν συντονισμένα μέσω Τουρκίας στη χώρα μας με προορισμό την υπόλοιπη Ευρώπη και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Απολύτως ιδιαίτερο θέμα αποτελούν τα ασυνόδευτα και πολύ περισσότερο τα ορφανά παιδιά, τα οποία θα μπορούσαν να «υιοθετηθούν», από όλους μας, έως την ενηλικίωσή τους, οπότε και θα μπορούν να επιλέξουν εάν επιθυμούν την ελληνική φιλοσοφία και σκέψη ή άλλη, και αντίστοιχα την προοπτική του καθορισμού της ιθαγένειάς τους.

Για τα παιδιά αυτά θεωρούμε ότι έχουμε πράξει τα ελάχιστα, καθώς όπως πληροφορούμαστε από τα μέσα ενημέρωσης, αντιμετωπίζονται εσφαλμένα με τους ίδιους ακριβώς όρους με τους υπόλοιπους μετανάστες, δίχως την ειδική προστασία και την άμεση στήριξη που έχουν απόλυτη ανάγκη.

Τα παραπάνω, εάν υποχρεωθούμε, θα διεκδικήσουμε να αποτελέσουν και αντικείμενο δικαστικής διερεύνησης και επίλυσης, ιδίως εάν ο δημόσιος διάλογος, που επίσης θα επιδιώξουμε δεν αποδώσει. Για όσους συνεχίζουν να μας κατηγορούν που παραμένουμε σκεπτόμενοι, χρησιμοποιώντας ακατανόητες αιτιάσεις εναντίον μας, τους προτρέπουμε να συνεχίσουν «να πετούν τον αετό τους» ανέμελα. Ας αναλογιστούν αυτοί που τους επιλέγουν για να τους εκπροσωπούν τί υπηρεσίες προσφέρουν και σε ποιόν, με πράξεις και παραλείψεις τους. Εμείς έχουμε καθήκον όχι μόνο ως Ελληνες πολίτες αλλά και γονείς εκλεγμένοι να εκπροσωπούμε τους γονείς και κηδεμόνες του σχολείου μας, ακριβώς διότι το καταστατικό του συλλόγου μας, μεταξύ άλλων προβλέπει ως κομβικούς σκοπούς, όχι μόνο την «…βελτίωση των όρων και συνθηκών φοίτησης και διαβίωσης των μαθητών σε διδακτήρια σύγχρονα και άνετα…», όπως και την «προάσπιση της υγείας των μαθητών….» αλλά και την «…αγωγή των μαθητών πάνω στις αρχές της δημοκρατίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και του ανθρωπισμού…» (άρθρο 2), ενώ μεταξύ των μέσων επίτευξης αυτού προβλέπονται και «…οι παραστάσεις και η υποβολή υπομνημάτων στους αρμόδιους για την ενημέρωσή τους και την λύση των προβλημάτων, καθώς και η χρήση κάθε μέσου δημοσιότητας……» (άρθρο 3), Να δηλώσουμε ξεκάθαρα τις απόψεις μας, οι οποίες νομίζουμε ότι εναρμονίζονται τόσο με το Ελληνικό Σύνταγμα όσο και με το Καταστατικό μας και Να διεκδικήσουμε ξεκάθαρες θέσεις και απαντήσεις στο σύνολο των παραπάνω, από κάθε αρμόδιο.

Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι η γνώση, η πληροφορία και η πνευματική καλλιέργεια αποτελούν όπλα στον σύγχρονο κόσμο περισσότερο από ποτέ και η κατοχή τους είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την διεκδικητική κατοχύρωση τόσο των προσωπικών ελευθεριών όσο και της δημοκρατίας, γι’ αυτό και οι εκπαιδευτικοί και κυρίως ο Διευθυντής του Δημόσιου Σχολείου είναι υπεύθυνοι ενός οργανωμένου συνόλου σε εν δυνάμει εθνική αποστολή, με επιδίωξη την πνευματική καλλιέργεια και γνώση, όχι μόνο για να εξυπηρετηθεί η αυτονόητη τάση της συλλογικής εξέλιξης του ανθρώπινου πνεύματος, ούτε απλώς για την επαγγελματική και κοινωνική ένταξη του εκκολαπτόμενου πολίτη, αλλά και για να εξοπλιστεί αυτός με εφόδια μαχητικής διεκδίκησης και εμπέδωσης των αξιών της Ειρήνης και της Δημοκρατίας κυρίως στην χώρα μας, αποκτώντας υπεροχή έναντι οποιουδήποτε θελήσει να τις αμφισβητήσει.

Ουδείς επομένως δικαιούται να εισχωρεί στο προστατευμένο αυτό προπύργιο της γνώσης, της ελευθερίας και της δημοκρατίας, όπως ορίζει το Σύνταγμα, πριν νηφάλια αναγνωριστεί η συμβατότητα της παρουσίας του με το χώρο και την αποστολή του, αφού σε διαφορετική περίπτωση αναιρούνται, εν δυνάμει τουλάχιστον, οι στόχοι της αποστολής και τίθενται σε κίνδυνο, ποικιλοτρόπως, οι νέοι μαχητές της γνώσης, που εμείς ως γονείς έχουμε εμπιστευτεί στις δομές του Δημόσιου Σχολείου.

Επιπλέον, όπως κανένας πολιτικός δεν έχει τον πρώτο λόγο σε οποιοδήποτε πλοίο σε αποστολή, αφού μόνο ο καπετάνιος του καθορίζει με τις επιλογές του την τύχη των ανδρών του και κατ΄ επέκταση την έκβαση της αποστολής, έτσι και ουδείς Διευθυντής σχολείου υποχρεούται, ειδικά σε ώρα μαθήματος, να δέχεται απρόσκοπτα και αναιτιολόγητα στο περιβάλλον του σχολείου τον οιονδήποτε εξωτικό παράγοντα είτε αυτός πολιτεύεται με οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα, είτε είναι μετακλητός υπάλληλος της διοίκησης, ευκαιριακός αξιωματούχος οποιουδήποτε υπουργείου, συνδικαλιστής, μέλος Μ.Κ.Ο ή ποικιλώνυμος αυτόκλητος «αλληλέγγυος» οιουδήποτε αναξιοπαθούντα ή μη.

Οι βουλευτές έχουν υποχρεώσεις στο κοινοβούλιο και οι Γενικοί Γραμματείς στο Υπουργείο τους, όπως και οι συνδικαλιστές εκεί που υπηρετούν τους συναδέλφους τους, γι’ αυτό αμείβονται και εκεί οφείλουν να προσφέρουν με την παρουσία τους και όχι να διακινδυνεύουν με την παρουσία τους την πυροδότηση έκρυθμων καταστάσεων στο περιβάλλον του σχολείου.

Επιπλέον δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται ιδιαίτερη εμπειρία, σύνθετη σκέψη ή εξαιρετική διανοητική ικανότητα για να γίνει αντιληπτό τί θα μπορούσε να επιδιώξει η άσπονδη φίλη, γειτονική χώρα σε βάρος μας, ώστε να κατανοήσουμε ότι αντί να «μαλώνουμε μεταξύ μας» για αυτονόητης αντιμετώπισης θέματα, επιβάλλεται να βρούμε τρόπους ορθολογικής διαχείρισης των προβλημάτων που γεννά η συνεχιζόμενη ροή αλλοδαπών στον τόπο μας, ώστε πρωτίστως να υποβληθούν σε συνθήκες ποιοτικής αλλά και ουσιαστικά ελεγχόμενης παραμονής, όσοι εισήλθαν και συνεχίζουν να έρχονται μέσω αυτής σε ελληνικό έδαφος.

Οφείλουμε να περιορίσουμε ιδεοληψίες και υπερβολές που οδηγούν στο όχι κολακευτικό για όλους μας φαινόμενο, την ίδια στιγμή που άλλοι, με τους οποίους βέβαια σε καμία περίπτωση δεν συμφωνούμε, κλείνουν τα σύνορα τους ή επιβάλουν στους μετανάστες την δήμευση του συνόλου των κινητών αξιών που διαθέτουν, εμείς να παρουσιαζόμαστε ως οι παγκοσμίως διακρινόμενοι για την πρωτοφανή αφέλεια και επιπολαιότητα τους, «ακραιφνείς ουμανιστές», προκρίνοντας αλόγιστα, κραυγαλέες εκδηλώσεις φιλοξενίας αντί της συνετής διαχείρισης ενός σοβαρότατου προβλήματος, το οποίο μπορεί δυνητικά να θέσει σε κίνδυνο την εθνική μας ασφάλεια και την εσωτερική ομαλότητα. Σε άλλη περίπτωση έχουμε εύλογη την ανησυχία ότι, εάν δεν τιθασεύσουμε τις παρορμήσεις μας για την αλόγιστη υποστήριξη υποκριτικών ή μη εκδηλώσεων «αγάπης» και άκριτης παραχώρησης κατακτήσεων που κατοχυρώθηκαν Συνταγματικά με αιματηρούς αγώνες, χάριν της ιδεοληπτικής υπερβολής ή για την ακούσια εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων, που ουδεμία σχέση έχουν με το Εθνικό – Δημόσιο Συμφέρον, εκτός από το φαινόμενο της μετανάστευσης που γέννησε η οικονομική κρίση, δεν αποκλείεται να ζήσουμε και το φαινόμενο της προσφυγοποίησής μας, που θα γεννήσει, ενδεχομένως, η έλλειψη εθνικής στρατηγικής και νηφαλιότητας στον τόπο μας.

Εν κατακλείδι έχουμε κάθε λόγο να επιθυμούμε να διατηρήσουμε την πολιτισμική μας ιδιαιτερότητα, τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές μας αντιλήψεις και την εθνική μας ταυτότητα, σύμφωνα με το πνεύμα των αποφάσεων του ΣτΕ και ιδίως αυτής της Ολομέλειας, κατά «αρμόδια» ερμηνεία των επιταγών του Συντάγματος και να μην συμφωνούμε με την «λύση» του δημογραφικού μας προβλήματος, που εισηγούνται κάποιοι μεγαλοεπενδυτές και ενδεχομένως άθελα τους προωθούν κάποιοι συμπατριώτες μας.

Θεωρούμε ότι κάθε δυσχέρεια που προκαλεί φαινόμενα αυτοαναίρεσης, όπως η υπογεννητικότητα, θα την υπερβούμε όταν συνειδητοποιήσουμε και αξιολογήσουμε ορθά το γεγονός, ότι η αναπαραγωγή της ελληνικής σκέψης και διανόησης δια των Ελλήνων, αποτελεί το μόνο απτής και αξεπέραστης αξίας δάνεισμα, που παραχωρήσαμε και συνεχίζουμε να παραχωρούμε, σε όλη την υφήλιο και ειδικά στον επονομαζόμενο «δυτικό κόσμο» με το νέο μεταναστευτικό ρεύμα, που, όχι τυχαία, γέννησε η οικονομική κρίση. ​Εάν επαναπατρίσουμε αυτές τις «δεξαμενές σκέψης», που άλλοι αξιοποιούν και εκμεταλλεύονται, για να μας «δανείζουν» και αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες του ελληνισμού της διασποράς, που οφείλουμε να συντονίσουμε σε ένα κοινό όραμα προβολής και ανάπτυξης της χώρας μας, μέσα από τις διαχρονικές αξίες της δημοκρατίας και του πολιτισμού, με στόχο την παγκόσμια ειρήνη και ευημερία, όπου «πλούτο» δεν θα διαμορφώνουν τα οικονομικά μεγέθη αλλά η ανθρώπινη γνώση και διάνοια, δεν έχουμε κανένα λόγο να αναζητούμε παράδοξες – «εισαγόμενες» λύσεις σε όποιο μας σχετικό πρόβλημα.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου

vendo

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.