Θουκυδίδης, του Πάρη Βορεόπουλου

Θουκυδίδης, του Πάρη Βορεόπουλου

Ο Θουκυδίδης (περ. 455 π.Χ. – περ. 399 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γνωστός για τη συγγραφή της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, έργο το οποίο αφηγείται με τεκμηριωμένο τρόπο τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 – 404 π.Χ.), μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης. Ήταν στρατηγός.

Ο Θουκυδίδης αυτοπροσδιορίζεται ως Αθηναίος, λέγοντας ότι ο πατέρας του ονομαζόταν Όλορος και ότι καταγόταν από τον αθηναϊκό δήμο Αλιμούς. Ήταν περίπου 25-30 ετών στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.). Αρρώστησε και ο ίδιος κατά τον λοιμό που έπληξε την Αθήνα μεταξύ 430 και 427 π.Χ. εξοντώνοντας το ένα τέταρτο του πληθυσμού της, μεταξύ αυτών και τον Περικλή.

Το 424 π.Χ. εκλέχθηκε στρατηγός και ανέλαβε τη διοίκηση επτά πλοίων που αγκυροβολούσαν στη Θάσο, πιθανότατα λόγω των διασυνδέσεών του στην περιοχή. Κατά το χειμώνα του 424/3 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας επιτέθηκε στην Αμφίπολη, μια αποικία της Αθήνας στην Χαλκιδική, στρατηγικής σημασίας για την Αθηναϊκή Συμμαχία, λόγω της ναυπηγήσιμης ξυλείας που πρόσφερε η περιοχή και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσωρυχεία του Παγγαίου. Ο Αθηναίος διοικητής της Αμφίπολης ζήτησε βοήθεια από το Θουκυδίδη.

Ο Βρασίδας γνωρίζοντας ότι ο Θουκυδίδης βρισκόταν στη Θάσο και φοβούμενος βοήθεια από τη θάλασσα, έσπευσε να προσφέρει ευνοϊκούς όρους στους κατοίκους της Αμφίπολης για παράδοση, τους οποίους και δέχτηκαν. Έτσι όταν ο Θουκυδίδης έφτασε στην Αμφίπολη, η πόλη ήταν ήδη υπό σπαρτιατικό έλεγχο.

Τα νέα για την απώλεια της Αμφίπολης προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στην Αθήνα. Σχετικά με την αποτυχία του να σώσει την πόλη, ο Θουκυδίδης αναφέρει: «Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγία μου στην Αμφίπολη και, έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών, και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα».

Σύμφωνα με τον Παυσανία, κάποιος με το όνομα Οινόβιος κατάφερε να περάσει ένα νόμο που επέτρεπε στο Θουκυδίδη να γυρίσει στην Αθήνα, πιθανόν λίγο μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου το 404 π.Χ. Ο Παυσανίας συνεχίζει λέγοντας ότι δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του στην Αθήνα. Πολλοί αμφισβητούν αυτή την εκδοχή, θεωρώντας πως υπάρχουν ενδείξεις ότι έζησε μέχρι και το 398 π.Χ.

Πάντως, όποια από τις δύο απόψεις και αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι, παρόλο που έζησε μετά το τέλος του πολέμου, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την Ιστορία του. Η αφήγησή του τελειώνει απότομα στο μέσο του 411 π.Χ., υποδηλώνοντας ίσως ότι πέθανε ξαφνικά κατά τη διάρκεια της συγγραφής του έργου. Σύμφωνα με κάποια παράδοση αναφέρεται ότι το κείμενό του βρέθηκε να τελειώνει με μία ανολοκλήρωτη πρόταση.

Το έργο του Θουκυδίδη

Ο Θουκυδίδης δεν έδωσε τίτλο στο έργο αυτό, ούτε το διαίρεσε σε βιβλία. Η διαίρεσή του σε οκτώ βιβλία και ο τίτλος Θουκυδίδου Ιστορίαι ή Συγγραφή οφείλεται στους αρχαίους γραμματικούς.

  • Στο Α΄ βιβλίο, μετά το προοίμιο, ακολουθεί η λεγόμενη αρχαιολογία, η οποία αποτελεί σύγκριση μεταξύ του Πελοποννησιακού πολέμου και των προηγουμένων γεγονότων της ελληνικής ιστορίας. Κατόπιν, ύστερα από ορισμένες μεθοδολογικές εκτιμήσεις, ερευνώνται οι άμεσες αιτίες του πολέμου, με μια αναδρομή στις πρώτες αρχές και στη εξέλιξη της αθηναϊκής ηγεμονίας.
  • Το Β΄ βιβλίο ξεκινά την εξιστόρηση του πολέμου, την οποία συνεχίζει με χρονολογική σειρά, διαιρώντας κάθε χρόνο σε καλοκαίρι και χειμώνα. Σημαντικότερα μέρη του είναι εκείνα που αναφέρονται στις δύο επιδρομές των Λακεδαιμονίων στην Αττική και στον Επιτάφιοπου εκφώνησε ο Περικλής για τους νεκρούς του πρώτου έτους του πολέμου με τον οποίο ο ιστορικός εξιδανικεύει την πόλη των Αθηνών, και στο φοβερό λοιμό των Αθηνών.
  • Στο Γ΄ βιβλίο εκτίθενται οι ωμότητες των τριών επόμενων χρόνων και παρεμβάλλονται οι δημηγορίες του Κλέωνακαι του συνετού Διόδοτου για την αποστασία και την τιμωρία των Μυτιληναίων. Σημαντική επίσης είναι η περιγραφή της παθολογίας του εμφυλίου πολέμου με αφορμή κάποια γεγονότα στην Κέρκυρα.
  • Στο Δ΄ βιβλίο (7ο, 8ο και 9ο έτος του πολέμου) ο Θουκυδίδης πραγματεύεται την κατάληψη της Πύλου από τους Αθηναίους και τις επιχειρήσεις του Λακεδαιμονίου στρατηγού Βρασίδαστη Χαλκιδική.
  • Σημαντικό μέρος του Ε΄ βιβλίου αναφέρεται στην επιχείρηση των Αθηναίων κατά της Μήλου, όπου δίνεται ανάγλυφη παράσταση της επεκτατικής πολιτικής της Αθήνας.
  • Στα βιβλία ΣΤ΄ και Ζ΄ εξιστορεί την εκστρατεία στη Σικελίατων Αθηναίων (415-413).
  • Τέλος, στο Η΄ βιβλίο περιλαμβάνει τα πρώτα χρόνια του Δεκελεικού πολέμου, την παρέμβαση των Περσών στις ελληνικές υποθέσεις και την αποστασία πολλών συμμάχων από τους Αθηναίους.

Χαρακτήρας και επιρροές

Σε ό,τι αφορά τα πολιτικά, ο Θουκυδίδης θαύμαζε τον Περικλή και επιδοκίμαζε την εξουσία που είχε στο λαό.

Άλλη επιρροή του Θουκυδίδη ήταν ο Ιπποκράτης. Στο τμήμα του έργου που περιγράφει το λοιμό που έπληξε την Αθήνα, η ανάλυσή του πάνω στα χαρακτηριστικά της ασθένειας αυτής είναι πολύ λεπτομερής και δείχνει άμεσα την επιρροή του από τον Ιπποκράτη.

Ο ιστορικός Θουκυδίδης

Ο Θουκυδίδης γενικά αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους αληθινούς ιστορικούς. Με την εισαγωγή της μεθόδου της ιστορικής αιτιότητας, δηλαδή της αναζήτησης των βαθύτερων αιτιών ενός γεγονότος, υπήρξε ο πρώτος που προσέγγισε με επιστημονικό τρόπο την ιστορία. Αντίθετα με τον προγενέστερό του Ηρόδοτο, τον αποκαλούμενο από τον Κικέρωνα «πατέρα της Ιστορίας», ο οποίος περιελάμβανε στην ιστορία του φήμες και αναφορές στην μυθολογία και στους θεούς, ο Θουκυδίδης συμβουλευόταν σε μεγάλο βαθμό γραπτά ντοκουμέντα και συνομιλούσε με ανθρώπους που συμμετείχαν ή και πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα τα οποία περιέγραφε.

Ο Θουκυδίδης δεν εξετάζει την τέχνη, τη λογοτεχνία ή την κοινωνία της εποχής εκείνης, αλλά αυστηρά ό,τι θεωρούσε ότι σχετιζόταν με τον πόλεμο, και αυτό γιατί περιέγραφε ένα συγκεκριμένο γεγονός και όχι μια ιστορική περίοδο. Επίσης άξιο προσοχής αποτελεί τ’ ότι είχε συναίσθηση της σπουδαιότητας που θα είχε το έργο του για τις μελλοντικές γενιές.

 Πάρης Βορεόπουλος 

vendo